DISFF#47 – Παρουσίαση Σκηνοθετών, Τρίτη 3/9/2024
DISFF#47 – Παρουσίαση Σκηνοθετών, Τρίτη 3/9/2024
Κάθε μέρα οι σκηνοθέτες που διαγωνίζονται στο 47ο Φεστιβάλ Δράμας, δίνουν ραντεβού με το κοινό (θεατές, επαγγελματίες της οπτικοακουστικής βιομηχανίας, δημοσιογράφους) για να μιλήσουν για την ταινία τους που έχει προβληθεί το προηγούμενο βράδυ και να απαντήσουν σε ερωτήσεις, στο πιο φρέσκο και πολυαναμενόμενο ραντεβού του Φεστιβάλ. Να τι είπαν στο κοινό του Φεστιβάλ για τη δουλειά τους οι διαγωνιζόμενοι στη σημερινή παρουσίαση την οποία συντόνισαν ο Παναγιώτης Ιωσηφέλης (Εθνικό Σπουδαστικό Διαγωνιστικό) και ο Βασίλης Καραμητσάνης (Animation):
EΘΝΙΚΟ ΣΠΟΥΔΑΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
«Dracaena» (Σοφία Πριόβολου, Ιωάννης Παναγιωτίδης)
«To θέμα μας ήταν η διαχείριση της απώλειας. Κάτι που όλοι έχουμε βιώσει: ένας θάνατος, ένας χωρισμός, το κατοικίδιό μας που πεθαίνει… Το pet cemetery του ήρωα απαρτίζεται από πολλές και διαφορετικές απώλειες –ακόμα και παιδικά παιχνίδια. Είναι πράγματα που έχουμε ζήσει και οι δυό μας. Ωστόσο θελήσαμε να χειριστούμε το θέμα μας με χιούμορ, ώστε να μην βγει μελό. Να περιγράψουμε τον χαρακτήρα μέσω των χρωμάτων Ο ήρωας είναι άνθρωπος της ρουτίνας, της συνήθειας. Θέλαμε ο πρωταγωνιστής μας να είναι καπετάνιος ώστε να υπάρχει η έννοια του ταξιδιού: να επιστρέφει μετά από καιρό, κι ενώ περιμένει να τα βρει τα πράγματα ακριβώς όπως ήταν, όλα είναι διαφορετικά, όλα χάνονται…».
«Νο future kids» (Eλένη Πουλοπούλου)
Παρούσα ήταν και η ηθοποιός Φλομαρία Παπαδάκη
«Προέρχομαι από τον χώρο των Καλών Τεχνών, και για να κάνω την ταινία διάβασα βιβλία σεναρίου και με βοήθησαν φίλοι. Στον δικό μου χώρο, των εικαστικών, έχουμε μάθει να λειτουργούμε με διαφορετικό τρόπο, να διακαιολογούμε τα πάντα. Εδώ, άφησα τα πράγματα να κυλήσουν πιο ελεύθερα, να πάρουν τη δική τους μορφή. Στην ταινία μιλώ για μια γενιά που μεγαλώνει χωρίς ευκαιρίες –no future generation. Κόσμος, νέα παιδιά φεύγουν, πάνε στο εξωτερικό. Tαυτίζομαι πολύ με τους χαρακτήρες που φτιάξαμε στην ταινία».
Η Φλομαρία είπε πως οι ερμηνείες μίας ταινίας μπορούν να είναι τόσες όσες και οι άνθρωποι που την βλέπουν. «Είναι κάτι απολύτως ζωντανό, δεν μπορείς να το ελέγξεις». Και προσέθεσε πως δούλεψαν πολύ με πρόβες, «αλλά θα μπορούσαμε κάλλιστα, να προσεγγίσουμε όλη αυτήν την αγωνία και το σκοτάδι των ηρωίδων και χωρίς καθόλου πρόβα».
«Τρωκτικά του μπετόν» (Αποστόλης Γκανάτσιος)
«Οι χαρακτήρες είναι τρεις φίλοι σε φάση απόγνωσης -κοινωνικής και οικονομικής.Και αποφασίζουν να ξεφύγουν από αυτό παίρνοντας μια ακραία απόφαση που ένας συνηθισμένος, μέσος άνθρωπος δεν θα έπαιρνε. Δεν ξέρουν όμως τι πάνε να κάνουν. Δεν το’ χουν. Και από αυτό προκύπτει το τραγικωμικό της ταινίας που υπονομεύει το είδος του νουάρ αλλά και τους χαρακτήρες της ταινίας. Η οποία έχει κάτι το γκροτέσκο, έναν σαρκασμό».
«Imaginary Moscow» (Πάνος Μαζαράκης)
«Στην ταινία αξιοποίησα το ΑΙ (τεχνητή νοημοσύνη). Όλα ξεκίνησαν από ένα φωτογραφικό βιβλίο, κάτι σαν σημειωματάριο με φωτογραφίες από προσωπικές στιγμές και σημειώσεις που μου έστειλε μία κοπέλα από την Μόσχα την οποία επρόκειτο να συναντήσω. Μία συνάντηση όμως που δεν έγινε ποτέ, καθώς έγινε η εισβολή στην Ουκρανία. Από τις εικόνες αυτές που μου έστειλε η κοπέλα, μέσω του ΑΙ, δημιούργησα νέες εικόνες, οι οποίες έντυσαν μια συρραφή ποιημάτων μίας εξόριστης ρωσίδας ποιήτριας που ένοιωσα πως ταιριάζει απόλυτα με αυτό που ήθελα να πω. Mέσω του ΑΙ έφτιαξα και το voice over. Σκοπίμως χρησιμοποίησα το ασπρόμαυρο, διότι στο μυαλό μου τα όνειρα δεν έχουν χρώμα. Προσπάθησα να δημιουργήσω μια δυστοπία –ή ουτοπία, ανάλογα με το πώς το βλέπει κανείς. Με επηρέασε ο Κρις Μαρκέρ και το La Jetée. Ό, τι φαντάστηκα για αυτό το ταξίδι που δεν έκανα ποτέ, μου το έδωσε η τεχνητή νοημοσύνη».
«MRI» (Μελίνα Ξυπολιτάκη)
Παρούσα ήταν και η ηθοποιός Αλεξάνδρα Όσπιτσι
«Καταπιάνομαι με ένα σοβαρό θέμα, βασισμένο σε μία δική μου εμπειρία, όταν λόγω κάποιων νευρολογικών συμπτωμάτων, βρέθηκα στον μαγνητικό τομογράφο για 45 λεπτά. Στην πορεία διαγνώστηκα με σκλήρυνση κατά πλάκας. Τη στιγμή που ήμουν εκεί μέσα, ένοιωσα να με κατακλύζουν αναμνήσεις, να με πλημμυρίζουν φόβοι, κι όλα αυτά με έναν συνειρμικό τρόπο, μέσω του ήχου. Το ίδιο σου το σώμα επιλέγει να ακολουθήσει αυτήν την διαδικασία. Μετά από αυτήν την εμπειρία μου ήταν πολύ εύκολο να γράψω όσα βίωσα. Δεν ήθελα όμως μία ταινία 45 λεπτών, γι’ αυτό έκανα ένα ξεσκαρτάρισμα».
Η Αλεξάνδρα, που κλήθηκε να ερμηνεύσει αυτήν την τόσο προσωπική εμπειρία της σκηνοθέτριας, είπε πως αυτή η σκέψη δεν την άγχωσε «καθώς ένοιωσα μια ασφάλεια και μία τρυφερότητα σε όλη τη διαδικασία».
«Τσάϊμαχαλά» (Βαγγέλης Παναγιωτακόπουλος)
«Το 2019 είχα κάνει ένα φωτογραφικό οδοιπορικό με τη σχολή μου. Και βρέθηκα σε ένα πολύ ιδιαίτερο χωριό, με πομακικο όνομα. Μου έκανε εντύπωση το πόσο ανοιχτοί ήταν οι άνθρωποι. Σε καμία περίπτωση δεν είχα πρόθεση να κάνω κάτι για τους Πομάκους, να μιλήσω για τις μειονότητες ή για την θρησκεία. Με ενδιέφερε να δείξω ότι είναι άνρθωποι σαν κι εμάς: ότι κλείνει το σχολείο τους, ότι φεύγουν οι νέοι, ότι έχουν ζάχαρο. Καθημερινά προβλήματα. Είχα οργανώσει τα πάντα αλλά όταν έφτασα, ο σύνδεσμός μου ήταν εξαφανισμένος. Ετσι βρέθηκα να περιμένω σε μία γέφυρα να εμφανιστεί κάποιος, μέχρι που πέρασε ένας παππούς για μία τράκα. Αυτό ήταν. Όταν με είδαν μαζί του, βγήκαν όλοι, και τους γνώρισα. Οι άνθρωποι αυτοί είναι οι προστάτες του δάσους. Αν πιάσει φωτιά το δάσος, καταστράφηκαν. Και το υπερασπίζονται».
«απαρατάτεμε» (Μένη Τσιλιανίδου)
Παρούσες ήταν και οι σεναριογράφοι Δήμητρα Καψάλα και Άννα Μαρία Λαγόρτση
«Είναι η πτυχιακή μου ταινία, και συνεργάστηκα στενά με τα κορίτσια που έγραψαν την ταινία, με τις οποίες έχουμε ξαναδουλέψει μαζί. Θέλαμε να κάνουμε ένα road movie, αλλά μέσα σε αυτό να βάλουμε λίγο από την προσωπικότητα της καθεμιάς. Εστιάσαμε πολύ στους χαρακτήρες, είναι ένας διάλογος για τη ζωή. Ηθελα πολύ να μιλήσω για τη σχέση εγγονής-παππού, αν και δεν έχω παππού…». Κι ενώ ηταν εύκολο να φτιάξουν τον χαρακτήρα της συνομήλικής τους κοπέλας, όπως είπε το συγγραφικό δίδυμο Δήμητρα και Άννα Μαρία, «ήταν πολύ δύσκολο να μας βγει ο παππούς. Δεν θέλαμε στερεότυπα, να είναι δηλαδή γραφικός ή κακός. Αλλά ούτε να είναι και ιδιαίτερα συμπαθής. Θέλαμε έναν αληθινό άνθρωπο».
«Όταν γραφόταν ο ρόλος», λέει η Μένη, «είπα στα κορίτσια, μπείτε σε ένα λεωφορείο χωρίς ακουστικά και ακούστε τους ηλικιωμένους να μιλούν». Το γύρισμα ήταν απολαυστικό. «Γελάσαμε πολύ».
ANIMATION
«Underground» (Γιάννης Χριστοφόρου)
«Μου πήρε τρία χρόνια να γυρίσω την ταινία. Μιλά για τον θάνατο –φαινομενικά όμως. Είναι με ένα παιδί, γιατί ήθελα το point of view ενός παιδιού στην ταινία. Για πολλούς λόγους, ακόμα και οικονομικούς. Θα μπορούσαμε να στήσουμε ένα τεράστιο σετ, αλλά δεν γινόταν. Θέλαμε να κάνουμε κάτι μίνιμαλ, αλλά ουσιώδες, χωρίς συμβιβασμούς. Κι έπρεπε συνεχώς να “παλεύουμε” με το σκοτάδι, καθώς δεν μπορείς να δεις τον πρωταγωνιστή».
«Shorts from the box/Modern times» (Geza M. Toth)
«Xρησιμοποίησα άπειρα σπίρτα για την ταινία όπως φαντάζεστε. Πρωταγωνιστεί ένα σπίρτο που ξεμένει σε ένα κουτί αλλά ξεκινά ένα ταξίδι που το αλλάζει. Χρησιμοποιώντας το σχήμα, τη μορφή, το χρώμα, μπορείς να εκφράσεις ό, τι θέλεις. Χρησιμοποίησα την πιο απλή, την πιο βασική μορφή κινηματογράφησης, έναν τρόπο animation που εφαρμοζόταν 20-30 χρόνια πριν. Η πλοκή έχει πολλή δράση, και η ταινία μιλά για το πώς ζούμε τη ζωή μας… Ήθελα ο θεατής να σκεφτεί βλέποντάς την, δεν ήθελα να του το κάνω εύκολο».
«Little fire» (Chen Wu)
«Στην ταινία μου, στον κόσμο των φλεγόμενων σπίρτων, ένα σπίρτο δεν λέει να ανάψει. Όμως στην ζωή όλοι βρίσκουν το δρόμο τους: λάμπουν και καίνε με τον δικό τους τρόπο. Οι άνθρωποι πρέπει να καταλάβουν πως το να διαφέρει κάποιος σε αυτήν την κοινωνία πως ζούμε, είναι ΟΚ. Δεν έχει σημασία το φύλο ή η ηλικία σου. Όταν δύο σπίρτα ενωθούν, δημιουργούν μα ανάφλεξη. Αυτό κάνει η αγάπη».
«Π» (Στέλιος Κουπετώρης»
Ο σκηνοθέτης και sound designer, που είχε για παραγωγό τον Αmit Gicelter, ο οποίος ήταν παρόντας στη συζήτηση, είπε πως είχε πάντα αυτό το θέμα στο μυαλό του. «Μάλιστα βλέποντας έναν παλιό προτζέκτορα σκέφτηκα πως μοιάζει με τροχό χάμστερ. Είναι η πρώτη φορά που κάνω animation, και ομολογώ πως αν μπορούσε να γυρίσω την ταινία ως live action θα το έκανα. Βασίστηκα στις αρχετυπικές ιστορίες γάτας και ποντικιού, ένα πολύ παλιό μοτίβο. Και αντέστρεψα τους ρόλους. Η σχέση αυτών των δύο ανέκαθεν μου θύμιζε το πώς λειτουργεί η κινηματογραφική βιομηχανία: οι γάτες αντιπροσωπεύουν τον ισχυρό, τον ήρωα. Τα ποντίκια τον αδύναμο. Με ενδιέφερε να υπονομεύσω αυτό το στερεότυπο. Για λίγο το ποντίκι γίνεται ο καλός. Τελικά όμως γίνεται κι αυτό κακός. Γιατί η εξουσία μας αλλάζει».