Παρουσίαση Σκηνοθετών, Τρίτη 9/9/2025
Κάθε μέρα οι σκηνοθέτες που διαγωνίζονται στο 48ο Φεστιβάλ Δράμας, δίνουν ραντεβού με το κοινό (θεατές, επαγγελματίες της οπτικοακουστικής βιομηχανίας, δημοσιογράφους) για να μιλήσουν για την ταινία τους που έχει προβληθεί το προηγούμενο βράδυ και να απαντήσουν σε ερωτήσεις, στο πιο φρέσκο και πολυαναμενόμενο ραντεβού του Φεστιβάλ. Να τι είπαν στο κοινό του Φεστιβάλ για τη δουλειά τους οι διαγωνιζόμενοι στη σημερινή παρουσίαση την οποία συντόνισαν ο Σπύρος Σιάκας (Animation), Γιώργος Αγγελόπουλος (Εθνικό διαγωνιστικό), Παναγιώτης Ιωσηφέλης (Εθνικό Σπουδαστικό) και Κωστής Χαραμουντάνης (Διεθνές Σπουδαστικό)
ANIMATION
Poplars ( Αλέξανδρος Βουνάτσος)
«Η ταινία αντανακλά κάπως μια συμπεριφορά ενός πατέρα που είναι αρκετά συντηρητικός, θέλοντας να πούμε ότι στην ουσία όταν δεν μπορείς να αποδεχθείς τους άλλους γύρω σου, αλλά ούτε και τον εαυτό σου, απλά χάνεις τον χρόνο σου. Η ταινία έχει μια σχέση με τον χρόνο. Το χρώμα στην ταινία αποτελεί μια ένδειξη εμπειρίας, είτε τραύματος είτε σημαδιού πάνω μας, για αυτό και οι ήρωες καθώς μεγαλώνουνε είναι πιο χρωματιστοί ενώ στην αρχή είναι ολόλευκοι. Το χρώμα δεν μπορεί να σημαίνει απαραίτητα χαρά ή κάτι ευχάριστο, αλλά μια συλλογή εμπειριών, οπότε μελλοντικά θα έλεγα ότι χρωματιζόμαστε από αυτά που βιώνουμε και η τεχνική που χρησιμοποίησα είναι ένα μέσο για να το αναδείξει αυτό».
ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ
Μικρό Σώμα (Γιάννης Συμβώνης)
«Όλη η ταινία διαδραματίζεται μέσα σε ένα αμάξι που λειτουργεί σαν ένας κινητός θάλαμος εξομολόγησης, ο οποίος συμπυκνώνει όλη την ένταση και κανένας δεν μπορεί να ξεφύγει από αυτό και μέσα από το παράθυρο που λειτουργεί σαν φίλτρο θέασης του έξω κόσμου, με έναν τρόπο οι πρωταγωνιστές έρχονται σε μια ακούσια εγγύτητα, είναι σαν ο ρυθμός και ο χρόνος να ορίζονται μέσα από το αμάξι. Η ταινία είναι η πρώτη μου διαλογική και ήθελα να δω πως το σενάριο μπορεί να λειτουργήσει με όσον το δυνατόν λιγότερη παρέμβαση από εμένα, ήθελα να δω δηλαδή η ταινία να γίνεται με το τίποτα και ήθελα επίσης να εξερευνήσω τις έννοιες της παρουσίας και της απουσίας. Η ταινία έχει επίσης να κάνει αρκετά με τη μνήμη, το χρόνο, και δεν είναι κάποια ημερολογιακού τύπου κατάθεση. Ξεκίνησα σαν μουσικός και θεωρώ πως ο ήχος μέσα από τις πυκνώσεις και τις σιωπές μεταφέρει την λογική αφήγηση σε δεύτερο χρόνο και φέρνει μπροστά το συναίσθημα και τη μνήμη».
Last Tropics (Θανάσης Τρουμπούκης)
«Κατά τη γνώμη μου οι χαρακτήρες της ταινίας, τρεις ψαράδες που ψαρεύουν με δυναμίτη, παραδοσιακός τρόπος ψαρέματος στην Ελλάδα, είναι ανθρώπινοι και συμπαθείς. Θεωρώ αντίφαση το ότι οι ψαράδες αυτοί είναι άνθρωποι που κατά κανόνα αγαπούν τη φύση, την ίδια στιγμή ωστόσο την καταστρέφουν. Αυτό το στοιχείο με ενδιέφερε να μπει στην ταινία. Σε ένα δυστοπικό παρελθόν παρόν και μέλλον, οι χαρακτήρες συνθέτουν περισσότερο μια αγέλη και λιγότερο ένα παραδοσιακό σχήμα οικογενειακών σχέσεων. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον αναβιώνουν ευκολότερα πιο πρωτόγονα ένστικτα και σχέσεις. Το τέλος δεν έχει σαφή ανάγνωση και αυτό που ήθελα σαν αίσθηση ήταν παρά το σκοτάδι να υπάρχει και λίγο φως. Στην ταινία παρά την αγριότητα και τη νέα βαρβαρότητα που προσπάθησα να αποτυπώσω, υπήρχε και μια αίσθηση τρυφερότητας μεταξύ τω ατόμων της αγέλης που με ενδιέφερε σε σχέση με την εποχή μας, καθώς από την μια υπάρχει ο κανιβαλισμός και από την άλλη η αλληλεγγύη και ποιότητες συναισθημάτων και σχέσεων»
Παντάξενος (Τάσος Αλευράς παραγωγός)
«Το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της παραγωγής είναι ότι η ταινία εμπεριέχει ένα μέρος ντοκιμαντέρ καθώς οι άνθρωποι που αποτυπώνονται, πέρα από τον βασικό πρωταγωνιστή, είναι θαμώνες της πλατείας Αργεντινής και εμείς ως συνεργείο , έπρεπε να γίνουμε μέρος της πλατείας, της ρουτίνας και της καθημερινότητάς της για να καταφέρουμε να μας εμπιστευθούν οι άνθρωποι και να γίνουν κομμάτι της ταινίας»
Hopepunk (Βασιλική Λαζαρίδου)
«Μου αρέσει ο κινηματογράφος είδους και διάλεξα να πάρω κάποια στοιχεία. Μου αρέσουν ιδιαίτερα τα ζόμπι, με την έννοια της μετά θάνατον ύπαρξης. Ο συναισθηματισμός και η νοημοσύνη δεν προβάλλονται πολύ σε αυτά, ωστόσο εμείς επιλέξαμε αυτό ακριβώς . Όσον αφορά το τι συμβολίζει το αυτοκίνητο, είναι ένα όχημα προς τη μετάβαση, για αυτό και είναι φορτωμένο και με σύμβολα, με δική του αφήγηση, με τραύματα. Στην ουσία είναι ένα safe place για τους πρωταγωνιστές και τις πρωταγωνίστριες, και μέσα σε αυτό μπορούν να ταξιδέψουν προς αυτό που θέλουν και που τους οδηγεί η ζωή. Στην ταινία έχουμε συνδυάσει υποκριτικά επαγγελματίες και ερασιτέχνες κάτι που έχει πολύ ενδιαφέρον για την ανάδειξη μιας στιβαρής υποκριτικής υπό έλεγχο»
ΕΘΝΙΚΟ ΣΠΟΥΔΑΣΤΙΚΟ
Ο Κύκλος Ζωής των Τζιτζικιών (Ινές Περό)
«Τα τζιτζίκια που ζουν για χρόνια σε κουκούλια κάτω από το χώμα, βγαίνουν αρχές του καλοκαιριού για να ανέβουν στα δέντρα. Κάποια γεννιούνται παραμορφωμένα και παραμένουν για πάντα στο χώμα. Τα αρσενικά που κάνουν το τερέτισμα, καλούν τα θηλυκά που είναι αθόρυβα και ζευγαρώνουν κάποια στιγμή στη ζωή τους εάν τα καταφέρουν. Η συμβολική μεταφορά των τζιτζικιών στην ταινία είναι ότι γεννιόμαστε μόνοι μας, ανεβαίνουμε λίγο στο δέντρο της ζωής, προσπαθούμε να βρεθούμε με ανθρώπους και καταλήγουμε και πάλι μόνοι μας στο χώμα, από εκεί που ήρθαμε»
Πρελούδιο για μια Σουπερνόβα (Χρίστος Αρτεμίου)
Ήταν παρούσα και η μικρή πρωταγωνίστρια της ταινίας Νάρια Αθανασοπούλου
«Η ταινία, όπου δυο δυνάμεις, μια μητέρα κι ένα παιδί, συγκρούονται έντονα, μιλάει για τη γονεικότητα και κυρίως για τη μητρότητα, και μέσα από αυτήν επεξεργάζομαι δικά μου παιδικά τραύματα. Πέρα από τη σχέση με τη μητέρα μου, νιώθω και την Αθήνα μητέρα μου καθώς αλλάζει συνεχώς από τότε που τη θυμάμαι. Η Αθήνα επομένως είναι κατά κάποιο τρόπο ένας γονέας των ανθρώπων και των πολιτών που ζουν σε αυτή. Η ταινία μιλάει επίσης και για τους χώρους που κατοικούμε είτε αυτοί είναι τα σπίτια, είτε τα δωμάτια που υπήρξαν τα καταφύγιά μας όταν ήμασταν παιδιά, οι πόλεις μας, τα σώματά μας και πως όλα αυτά αλλάζουν»
Στο Παζάρι (Κώστας Φούντας Αλουπογιάννης)
«Φωτογραφίζω πολύ στο δρόμο και έτσι άρχισα να έρχομαι κοντά με τους μικροπωλητές στο Πεδίο του Άρεως που ήταν πολύ δοτικοί. Μου μίλησαν τρεις με τους οποίους δέθηκα περισσότερο . Οι υπόλοιποι είναι πορτραίτα του κόσμου. Σίγουρα υπάρχει και τέταρτος χαρακτήρας που είναι εκείνος που συνθέτει και μοντάρει. Και οι τρεις είναι τρία αλληγορικά πρόσωπα της σύγχρονης Ελλάδας και της κοινωνίας της».
Fragments of Life from the Place (Ανδρέας Λαζίδης)
«Η αρχική ιδέα της ταινίας δεν είχε προσωπικό χαρακτήρα. Εξελίχθηκε ωστόσο σε κάτι τέτοιο. Ήταν λίγο επώδυνο, γιατί μου ξανάφερε πράγματα που τα είχα ξεχάσει, ωστόσο μου άρεσε που χρησιμοποίησα για μια φορά το τραύμα με έναν δημιουργικό τρόπο. Δεν νομίζω όμως ότι η ταινία ήταν για αυτό. Ήταν μια ημερολογιακή καταγραφή αποσπασμάτων χωρίς σαφή αφήγηση. Όλη η ταινία ξεκίνησε από αυτό που τώρα μου φαίνεται παράταιρο, το άδειο σπίτι, καθώς η ανάγκη μου ήταν να προσπαθήσω να αποτυπώσω τι συμβαίνει σε ένα σπίτι που κάποιοι ζούνε αλλά σε κάποιο βαθμό λείπουν ».
Βόλτα (Σωκράτης Μουσμουλίδης)
«Η ταινία είναι ένας συνδυασμός συναισθημάτων που θέλαμε να αναδείξουμε με τους συμφοιτητές μου όλοι μαζί, ένα ταξίδι που νομίζω ότι το έχουμε κάνει όλοι μας κάποια στιγμή ή θα το κάνουμε, και είναι δύσκολο. Φόβος για το μέλλον, ανησυχία για το παρόν, για την ανασφάλεια που έχει δημιουργήσει το παρελθόν και θεωρήσαμε ενδιαφέρον να το παρουσιάσουμε με τρεις διαφορετικές ιστορίες. Προσπαθήσαμε μάλιστα να συνδυάσουμε ένα στοιχείο που έχει η λογοτεχνία η οποία σου επιτρέπει να ακούσεις τη φωνή που εσύ θέλεις »
ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΠΟΥΔΑΣΤΙΚΟ
Past the Hill of Napoleon’s Hat (Arnas Balčiūnas )
«Είναι μια ταινία για γενναίους ανθρώπους, μια προσωπική ταινία, που ωστόσο δεν είναι βιωματική αλλά άρχισα να σκέφτομαι κι εγώ πράγματα για την οικογένειά μου, κι αναρωτήθηκα για το γενεαλογικό τραύμα που υπάρχει, το οποίο στη Λιθουανία είναι αρκετά εμφανές καθώς είχαμε κατοχή και υπάρχουν κοινά σημεία σε αρκετές οικογένειες. Η ταινία σε οδηγεί με έναν τρόπο να παίρνεις απόσταση από τα πράγματα και να νιώσεις ενσυναίσθηση. Επίσης αναδεικνύει μέρος της λιθουανικής κουλτούρας όπου οι άνθρωποι κρατάνε μέσα τους τα συναισθήματά τους»
Keep Looking ? (Anna Ieong)
«Ήθελα να δείξω πώς οι χαρακτήρες βρίσκονται σε καταστάσεις χάους και τρέλας πώς χαλαρώνουν και πώς το ερμηνεύουν. Ο βασικός γυναικείος χαρακτήρας σπάει τους κανόνες και κάνει την ταινία να αλλάζει κλίμακα νοήματος. Στην αρχή είχα συμπεριλάβει τον χειριστή κάμερας ως χαρακτήρα του σεναρίου. Με γοητεύει πάντα μια ιστορία που διαδραματίζεται σε ένα χώρο, ο οποίος αλλάζει σύμφωνα με τα ανθρώπινα συναισθήματα»