Αρχείο ετικετών για: Σκηνοθέτες

DISFF#47 – Παρουσίαση Σκηνοθετών, Κυριακή 8/9/2024

DISFF#47 – Παρουσίαση Σκηνοθετών, Κυριακή 8/9/2024

Κάθε μέρα οι σκηνοθέτες που διαγωνίζονται στο 47ο Φεστιβάλ Δράμας, δίνουν ραντεβού με το κοινό (θεατές, επαγγελματίες της οπτικοακουστικής βιομηχανίας, δημοσιογράφους) για να μιλήσουν για την ταινία τους που έχει προβληθεί το προηγούμενο βράδυ και να απαντήσουν σε ερωτήσεις, στο πιο φρέσκο και πολυαναμενόμενο ραντεβού του Φεστιβάλ. Να τι είπαν στο κοινό του Φεστιβάλ για τη δουλειά τους οι διαγωνιζόμενοι στη σημερινή παρουσίαση την οποία συντόνισαν ο Γιάννης Σακαρίδης (Εθνικό Διαγωνιστικό) και ο Γιώργος Ζώης (Διεθνές Διαγωνιστικό) :

EΘΝΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

«Η Μεγαλύτερη Μέρα του Κόσμου» (Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος)

«Η ταινία ξεκίνησε πριν από τέσσερα χρόνια, από μια προσωπική, πραγματική στιγμή. Υπήρχε μια επιστολή η οποία δεν παραδόθηκε ποτέ στον παραλήπτη της. Ήταν θερινό ηλιοστάσιο του 2020 και η ταινία το πραγματεύεται σαν φυσικό φαινόμενο και σαν συμβολική στιγμή στη ζωή ενός ανθρώπου. Ένα μεγάλο κομμάτι της επιστολής είναι πραγματική ιστορία. Και όταν την έγραφα αποφάσισα να την κάνω ταινία. Την επόμενη μέρα τηλεφώνησα στον πρωταγωνιστή, τον Μάριο Μπανούσι, και του είπα για την υπόθεση. Έχω σπουδάσει ηθοποιός και δεν έχω καμία σχέση με το χώρο του σινεμά. Άρχισα να σκέφτομαι ότι η ιστορία χρειάζεται να έχει κάποια στοιχεία fiction και μαζί με τον Μάριο αρχίσαμε να φτιάχνουμε τον χαρακτήρα. Είναι μια ταινία που διαρκώς άλλαζε. Από πολύ νωρίς ήξερα ότι ήθελα να υπάρχει το παιχνίδι δυο χρονικοτήτων, του αφηγηματικού παρόντος του ήρωα που βρίσκεται στην Αθήνα και γράφει αυτό το γράμμα και του παρελθόντος που αφορά τη μνήμη από τις πρώτες και τελευταίες καλοκαιρινές διακοπές του. Κάποια στιγμή πήρα τις οικογενειακές βιντεοκασέτες και τις ψηφιοποίησα και εκεί κατάλαβα πόσα πολλά στοιχεία επαληθευόντουσαν κατά αυτόν τον τρόπο στο υπάρχον κείμενο. Ήταν αυτό που μου έλειπε σεναριακά για να ολοκληρωθεί η ιστορία»

«Μωβ» (Τζω Καπράλου)

«Η ιστορία ξεκινάει από προσωπικά βιώματα, αλλά ήθελα να πάω πολύ παραπέρα. Βασική ιδέα ήταν το πόσο κοντά είναι ένας χωρισμός με τον θάνατο. Και σε συνδυασμό με την αγάπη μου για τη φύση και με το κολάζ, ήθελα να φτιάξω κάτι που να χωράει σε μια μικρού μήκους, με το σκεπτικό να μπορούμε να δούμε μια ολοκληρωμένη ιστορία. Ήθελα να μιλήσω για μια σχέση όπου καμία από τις δύο κοπέλες δεν έχει δίκιο. Να δούμε πως κάποιες τοξικές σχέσεις , όταν έχουν τελειώσει, είναι πολύ δύσκολο να βάζεις σε αυτές ένα τέλος και να λες ότι δεν πάει άλλο. Η εικόνα με τις ρίζες στα πρώτα πλάνα, έγιναν από την ανάγκη μου να φτιάξω δυο ρίζες που έχουν μπλεχτεί σε σημείο που να μην  μπορείς να τις διαχωρίζεις. Εκεί όπου έχει χαθεί κάθε ατομικότητα. Αυτό το πλάνο ήταν πολύ σημαντικό , καθώς οι δυο ρίζες είναι μέσα στην ίδια γλάστρα, αλλά ασφυκτιούν και τότε είναι που δεν υπάρχει χώρος για ανάπτυξη και ζωή. Έτσι μου ήρθε η ιδέα, όταν δυο φυτά ασφυκτιούν στην ίδια γλάστρα να πρέπει να μεταφυτευτούν. Κάπως έτσι σκέφτηκα ότι γίνεται και με τους χωρισμούς. Πρέπει να υπάρξει μια μετατόπιση του ενός ώστε να συνεχίσουν και οι δυο να επιβιώνουν και να ανθίσουν κάπου αλλού, ξεχωριστά. Το μωβ έχει χρησιμοποιηθεί ως σύμβολο πένθους και μιας σήψης και δημιουργήθηκε η ιδέα αυτό να γίνει κάτι πιο υλικό. Έτσι το φτιάξαμε, είναι prop, έτσι ώστε να γίνει χειροπιαστό, να γίνει εικόνα. Αυτό το μωβ πράγμα όπως το λέω, είναι φτιαγμένο από μια πατάτα Περού, που ανακαλύψαμε κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας»

«Theater» (Αναστασία Λώλα)

«Για αρκετά χρόνια δούλευα στο θέατρο, στα παρασκήνια, σαν καθαρίστρια, σαν βοηθός σκηνικών, και συγκέντρωνα, κινηματογραφώντας εικόνες που αγαπούσα πολύ. Και αυτά ήθελα να τα μοιραστώ. Και έπρεπε να κάνω μια πτυχιακή ταινία. Με ενδιέφερε πολύ το σώμα, ο χρόνος, το πώς μπορεί να είναι τα σώματα σε μια κατάσταση αναμονής και ετοιμότητας. Δούλεψα με ανθρώπους που δεν είναι ηθοποιοί, εκτός από δυο κορίτσια, κάποιοι από αυτούς που δούλευαν στο θέατρο, ήταν άνθρωποι που είχα δουλέψει μαζί τους και ήξερα πως κινούνται. Υπήρχε ένα πλήρες storyboard, ήταν τα πάντα ζωγραφισμένα, σκηνή προς σκηνή »

 «Στρώνουν τον παράδεισο» (Αλκαίος Σπύρου)

«Τον Σεπτέμβριο του 2018 είχε συμβεί αυτό το σχεδόν τρομοκρατικό σκηνικό με τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου που με είχε στοιχειώσει και καθώς είχα μεγαλώσει στην Ομόνοια, ήθελα κάπως να αντιδράσω και να δείξω στην ίδια την πόλη, μια άλλη οπτική γωνία αυτής της περιοχής, που θεωρείται μια παρωδία στο υποσυνείδητο του κόσμου. Δεν υπήρχε μια συγκεκριμένη δομή, ήθελα να κινηματογραφήσω μια αφιλτράριστη κοινωνία της Ομόνοιας. Η μοναδική ροή που υπήρχε ήταν το ερωτηματολόγιο που απεύθυνα στους χαρακτήρες της ταινίας. Ήθελα να μην είναι  μια κλασική, ιστορική περιγραφή της Ομόνοιας και αποφάσισα πως ένας τρόπος να την κάνουμε λίγο πιο ανθρώπινη είναι η επιβίωση όλων αυτών των χαρακτήρων μέσω της ποίησης, της μουσικής και της φροντίδας, όπως ο κήπος που συντηρεί ενός από αυτούς. Απώτερος σκοπός της ταινίας είναι να καταδείξει πως μια δομική βία, καταλήγει σε μια φυσική βία και για αυτό προσπαθεί να συνδέσει την αναδόμηση της πλατείας Ομονοίας με τη δολοφονία του Ζακ. Και παράλληλα προσπαθεί να δείξει το τραύμα  που έχουν αποκτήσει πολλοί Αλβανοί που έζησαν στην Ελλάδα, το κουβαλάω κι εγώ μέσω των γονιών μου. Και καταγράφεται σαν το λυρικό, το μουσικό πορτραίτο της πλατείας»

«Πακιστανός» (Χρίστος Ζένιου)

«Είναι μια μυθοπλασία που προέκυψε από τη συνομιλία με τους ιδιοκτήτες ενός γραφείου τελετών που μας επιβεβαίωσαν το τι πραγματικά γίνεται. Η ιστορία περιστρέφεται γύρω από έναν ιδιοκτήτη τέτοιου γραφείου κι ένα πτώμα αγνώστου ταυτότητας. Τα υπόλοιπα ήρθαν το ένα μετά το άλλο. Ήθελα να είναι μια ταινία που να δείχνει το πώς είναι κατά κάποιο τρόπο η κατάσταση στην Κύπρο, αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο, κυρίως όσον αφορά αντιλήψεις κυρίως μεγαλύτερων σε ηλικία ατόμων που εξωτερικεύουν κι ένα είδος ρατσισμού. Κατά τη διάρκεια της γραφής του σεναρίου προέκυπταν συνεχώς νέα πράγματα που μπορεί να υπήρχαν μέσα μου και εξωτερικεύτηκαν γράφοντάς τα. Αρχικά ο τελετάρχης θέλει να ξεφορτωθεί το πτώμα. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που ζει καθημερινά το θάνατο και κατά τη διάρκεια της ταινίας βλέπουμε να αναδύονται οι κρυμμένες ηθικές του αξίες και να τον μεταμορφώνουν».

«Mira» (Ορφέας Περετζής)

«Αυτό που με ενδιαφέρει σαν βασικός θεματικός άξονας είναι το θέμα της ιδρυματοποίησης και της κοινωνικής καταπίεσης. Αυτά είναι που με συγκινούν σε τέτοιο βαθμό ώστε να κάνω ταινίες. Ήθελα να δω έναν οργανισμό που να διαβιεί σε ένα ιδρυματοποιημένο τόπο εργασίας και τι σημαίνει να δραπετεύει κανείς από αυτόν τον τόπο και με ποιον τρόπο μπορεί να το κάνει. Έτσι προέκυψε και το σενάριο της ταινίας που είναι μια μυθοπλασία με έναν χαρακτήρα που δουλεύει σε ένα ξενοδοχείο. Και όταν είδα τη Mira αλλά και άλλες καλλιτέχνιδες της ραπ σκηνής, είχα την ιδέα να δουλέψω πάνω σε έναν χαρακτήρα που να είναι κοντά στον εαυτό του και την τέχνη του»

ΔΙΕΘΝΕΣ  ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ

Madwomen in the Attic (Tamara García Iglesia)

 Απαντώντας στην ερώτηση τι ήταν αυτό που έκανε την Tamara Garcia Iglesia να καταπιαστεί στην ταινία της με το θέμα της εξερεύνησης στις  αναπαραστάσεις της τρέλας σε ταινίες του βωβού κινηματογράφου της δεκαετίας του ’20 και του ’30, η σκηνοθέτις εξήγησε πως βρήκε τη φωτογραφία μιας γυναίκας που είχε υποστεί ύπνωση και ηλεκτροσόκ, «ένα πρωτόγνωρο υλικό που μου άρεσε πολύ και με οδήγησε να αναζητήσω αρχεία με παρόμοιο υλικό, όπου εντόπισα μια βωβή ταινία, χωρίς να ξέρω εάν αυτή η γυναίκα ήταν άρρωστη ή αντιδρούσε με έναν τρόπο στην εποχή της», όπως είπε. «Αναρωτήθηκα ποιο είναι το όριο της σκέψης μας και ποιο το όριο της πραγματικότητας. Ήθελα να κολυμπήσω σε αυτά τα νερά. Δεν πιστεύω στο παρελθόν. Αυτό που υπάρχει είναι μόνο το παρόν. Αυτό το βλέπω και ως κινηματογραφίστρια. Δημιούργησα μια ταινία fiction, αποτέλεσμα μοντάζ. Η αναζήτησή μου στα αρχεία, με κλειδιά τις λέξεις «τρελή γυναίκα-βωβή ταινία» ή «αρρώστια της τρέλας στις βωβές ταινίες» , ήταν μια εύκολη υπόθεση. Τα αρχεία που βρήκα στην Ισπανία, αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη, μου έδωσαν ένα πολύ καλό υλικό. Οι εικόνες που συγκέντρωσα με έκαναν να σκεφτώ πως όλο αυτό είναι κάτι που θυμίζει πολύ το παρόν. Και αυτό ήταν και το κριτήριό μου, να βρω κάτι που να μοιάζει με το σήμερα. Τελικά αυτοί οι παλαιοί κινηματογραφιστές σκέφτονταν σαν κι εμένα».

DISFF#47 – Παρουσίαση Σκηνοθετών, Σάββατο 7/9/2024

DISFF#47 – Παρουσίαση Σκηνοθετών, Σάββατο 7/9/2024

Κάθε μέρα οι σκηνοθέτες που διαγωνίζονται στο 47ο Φεστιβάλ Δράμας, δίνουν ραντεβού με το κοινό (θεατές, επαγγελματίες της οπτικοακουστικής βιομηχανίας, δημοσιογράφους) για να μιλήσουν για την ταινία τους που έχει προβληθεί το προηγούμενο βράδυ και να απαντήσουν σε ερωτήσεις, στο πιο φρέσκο και πολυαναμενόμενο ραντεβού του Φεστιβάλ. Να τι είπαν στο κοινό του Φεστιβάλ για τη δουλειά τους οι διαγωνιζόμενοι στη σημερινή παρουσίαση την οποία συντόνισαν ο Γιάννης Σακαρίδης (Εθνικό Διαγωνιστικό) και η  Μάγια Σφακιανάκη (Διεθνές Διαγωνιστικό):

EΘΝΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

«Κυρία Νίτσα» (Νεφέλη Ράπτη)

«Η ιδέα ήρθε από ένα διήγημα του Σωτήρη Δημητρίου στο οποίο μου άρεσε ο χαρακτήρας. Του το ζητάω και μου δίνει αμέσως τα δικαιώματα, αλλά το διήγημα ήταν γραμμένο σαν κωμωδία και δε λειτουργούσε κινηματογραφικά. Χρειάστηκε να το ψάξω πολύ, στη συνέχεια έγινε δράμα, προστέθηκε στο σενάριο το πρόσωπο της μητέρας, κι έτσι άρχισαν όλα με κάποιο τρόπο να λύνονται. Με το τραύμα, με το τι είχε αφήσει αυτή η μητέρα σαν πληγή στην κόρη της, με το πόσο δεσποτική μπορεί να ήταν ως προς εκείνη, άρχισαν τα πράγματα να λειτουργούν. Η Ναταλία Τσαλίκη κατάλαβε πάρα πολύ το ρόλο και αυτό βοήθησε την ταινία. Από την πλευρά μου πειραματίστηκα με ένα είδος που δεν ήθελα να είναι πολύ ρεαλιστικό, αλλά ήθελα να έχει μια ελλειπτικότητα, και αυτό το κρατήσαμε όσο μπορούσαμε»

«Άσκοπη μετακίνηση» (Νικολέτα Λεούση)

«Η προηγούμενη ταινία μου ήταν γυρισμένη το 2018 και πήρε τέσσερα χρόνια από τότε που την κατέθεσα για να γίνει, και η καθυστέρηση αυτή ήταν αρκετά τραυματική. Το ότι πήρε τόσα χρόνια από τη ζωή μου μια μικρού μήκους, ήταν καθοριστικό. Τα επόμενα χρόνια είχα μπει σε μια λογική ότι πρέπει να κάνω γρήγορα ταινία, να μην την ξαναπάθω όπως την προηγούμενη φορά, έτσι κατέθετα πολλά σενάρια και «το κυνηγούσα» πάρα πολύ. Κάποια στιγμή ένιωσα ότι το κυνηγάω για να μου δώσει μια ταυτότητα, εάν δηλαδή έχω ένα project σε ένα lab είμαι σκηνοθέτης, κι αν δεν έχω, δεν είμαι τίποτα. Περνούσαν τα χρόνια και δεν ήμουν τίποτα. Αναρωτιόμουν τι θα γίνει κι αποφάσισα να απελευθερωθώ. Είπα να το ρισκάρω και να κάνω ό, τι μου αρέσει, όταν και όπως μου αρέσει. Έτσι ελευθερώθηκα από την ταμπέλα, από τη μυθοπλασία, τα ρακόρ, και ησύχασα. Αυτή η ταινία με έχει βοηθήσει πάρα πολύ, έγινα και μητέρα σε αυτό το διάστημα και έχω επηρεαστεί καλλιτεχνικά από την κόρη μου. Είναι μια ταινία σαν παιδικό παιχνίδι και πείραμα. Η βάση για μένα ήταν ότι πάω πίσω στα βασικά, τα δικά μου πρώτα συναισθήματα, όταν ήμουν έφηβη κι έπαιρνα το λεωφορείο και κοιτούσα την πόλη και τους ανθρώπους από το τζάμι και επειδή αυτό μου άρεσε πολύ, τότε μου ήρθε η ιδέα ότι θέλω να γίνω σκηνοθέτρια. Βασική ιδέα της ταινίας είναι πως το να κοιτάζεις έξω από ένα παράθυρο, από μια θέση ασφάλειας, μοιάζει σαν να βλέπεις μια ταινία. Χρησιμοποίησα και προσωπικές ιστορίες που βρήκα και μου φάνηκαν ότι έχουν την αξία τους για το πώς λέω εγώ την ιστορία. Το πώς βλέπουμε κάτι είναι κατά κάποιο τρόπο κι αυτός ένας άξονας της ταινίας »

«Name day» (Κώστας Δημητριάδης)

Αναφερόμενος στην ιστορία της ταινίας του , που αφηγείται την αναγέννηση μιας τρανς κόρης την ημέρα που πεθαίνει η μητέρα της και το ανακοινώνει στους συγγενείς, ο σκηνοθέτης εξήγησε πως το σενάριο είχε αρχικά μια διαφορετική μορφή, που στη συνέχεια, παίρνοντας τη γνώμη και άλλων, γνωστών του προσώπων, άλλαξε χαρακτήρα, δημιουργώντας  «ένα γκέι άτομο που πήγε στην κηδεία της μητέρας του να κάνει το coming out, αλλά ούτε αυτό με εξέφραζε», όπως είπε, «και μετά από περαιτέρω αναζητήσεις μου δόθηκε η ευκαιρία να εκφράσω την προσωπική μου πλευρά μέσω της πρωταγωνίστριάς μου της Κωνσταντίνας Λία, φτάνοντας στην τελική μορφή. Και πάλι άλλαξαν κάποια πράγματα, καθώς αρχικά η ηρωίδα δεν είχε κάνει φυλομετάβαση. Είπαμε να καταλήξουμε στο ότι όλοι την φωνάζουν Ορέστη και εκείνη προσπάθησε να βρει το θάρρος να το ομολογήσει για να πάψει ο κύκλος των ψιθύρων από τους συγγενείς.  Αυτό που ήθελα να δείξω ήταν μια ιστορία πλήρους αποδοχής από τη μητέρα καθώς στην κοινωνία  μας δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Μια όμορφη ιστορία σχετικά με την αποδοχή και το τρανς ζήτημα που χωρίς να είναι αυτός ο αρχικός σκοπός, τελικά έγινε»

«Σπίτι» (Σοφία Σφυρή)

«Ξεκίνησε ως μια μη ιστορία, με τυχαία κείμενα που μου έρχονταν στο μυαλό και είχαν το στοιχείο του μαγικού ρεαλισμού. Η  αφορμή ήταν ότι έχασα τον μπαμπά μου το 2020 και μια βδομάδα πριν το σκληρό lockdown. Τρεις μήνες καραντίνα στη συνέχεια τους πέρασα σε αυτό το σπίτι, που είχε χτίσει ο μπαμπάς. Το παρατηρούσα πάρα πολύ λόγω του εγκλεισμού και ταυτόχρονα βίωνα το πένθος κι έβλεπα εκείνον μέσα στο σπίτι, κάτι που λειτουργούσε ως μια διαρκής υπενθύμιση της απώλειας και ταυτόχρονα κάτι πολύ παρήγορο γιατί παρατηρούσα πώς είχε φροντίσει να ζήσουμε σε αυτό το σπίτι. Έτσι ξεκίνησα από μια πολύ προσωπική μου ιστορία και περνώντας από διάφορα στάδια, με αρχικά κεντρικό χαρακτήρα το σπίτι σε μια μορφή ντοκιμαντέρ, πέρασα στο στάδιο της μυθοπλασίας, όπου δεν στάθηκα, και κατέληξα στο ντοκιμαντέρ μυθοπλασίας. Το στοίχημά μου ήταν να ξεκινήσω από μια προσωπική ιστορία που δεν αφορά πολύ κόσμο, αλλά κυρίως την οικογένειά μου και τους φίλους μας και να θίξω θέματα που αφορούν πολύ περισσότερο κόσμο. Ήθελα να μιλήσω για την απώλεια με κάπως πιο φωτεινό τρόπο. Δεν ήθελα να μιλήσω μόνο για το πένθος και τον πόνο, με ενδιέφερε το μετά, η αποδοχή και το πώς στη ζωή συμβαίνουν όλα ταυτόχρονα».

«Roger»  (Θάνος Μήτσιος)

«Ήταν ένα σενάριο που είχα γράψει κάποια χρόνια πριν, οπότε περίμενα κι εγώ αρκετά μεγάλο διάστημα για την επιχορήγηση από το Κέντρο Κινηματογράφου. Το θέμα της ταινίας, η σχέση πατέρα-γιου και το τοξικό περιβάλλον του σπιτιού, η τοξική αρρενωπότητα που κυριαρχεί στην επαρχία, είναι από τα ζητήματα της ταινίας. Κάτι άλλο που με απασχολούσε πολύ ως βασική θεματική, είναι ο ανταγωνισμός μεταξύ αγοριών και αντρών. Το έχω ζήσει και προσωπικά καθώς έτυχε να κάνω πρωταθλητισμό σε ατομικό άθλημα από μικρή ηλικία. Ειδικά στις ηλικίες 12 με 14 μεταξύ αγοριών λέγονται πράγματα σκληρά. Κάποια στιγμή γνώρισα κάποιους από τους χαρακτήρες κι έτσι ξεκίνησα να γράφω το σενάριο ξέροντας ότι θέλω να μιλήσω για αυτά τα θέματα. Μέχρι τελευταία στιγμή, μέχρι να φτάσω στο γύρισμα, άλλαζα πράγματα, ξαναέγραφα σκηνές, πρόσθετα στοιχεία και αναφορές, σαν να είναι η πρώτη ταινία ζήτημα ζωής και θανάτου, πως πρέπει να κάνεις κάτι φανταστικό που θα πρέπει να πάει καλά. Είναι όλη η πίεση της πρώτης ταινίας. Σε αυτήν ήθελα να αφήσω όσο γίνεται το θεατή να παρατηρήσει πράματα, να μην τον κατευθύνω στο τι εγώ θέλω να δει»

ΔΙΕΘΝΕΣ  ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ

«Looking she said I forget» (Naomi Pacifique)

«Είναι μια προσωπική ιστορία εγγύτητας σχέσεων, μια ταινία σπουδαστική, αλλά με περισσότερα χρήματα, συμπαραγωγούς και πολλούς ανθρώπους να δουλεύουν. Ωστόσο κάποια στιγμή οι παραγωγοί επιδίωξαν να επιβάλουν την άποψή τους, κάτι που μοιάζει με μπούλινγκ, ήθελαν να αφαιρέσουν πολλές σκηνές, αλλά πάλεψα να κρατήσω τις περισσότερες. Το ίδιο πάλεψε και ο μοντέρ. Το σενάριο ολοκληρώθηκε και χρηματοδοτήθηκε σε δύο με τρία χρόνια. Όσον αφορά τους χαρακτήρες, έβλεπα συνεχώς ηθοποιούς για δύο χρόνια,  και στο τέλος συνάντησα και την πρωταγωνίστρια μου καθώς έμοιαζε με αυτόν τον χαρακτήρα που είχα γράψει και ήθελα. Χωρίς να έχει περάσει η ίδια από μονογαμικές σχέσεις. Πολλές από τις αναφορές της ταινίας είναι πραγματικές. Δουλέψαμε με τους ηθοποιούς με πολύ αυτοσχεδιασμό, έτσι ώστε να ομαλοποιηθεί η σχέση τους πριν το γύρισμα. Το χρώμα παίζει ρόλο στην ταινία και είναι το μπλε, αγαπημένο χρώμα της μητέρας μου »

«The oasis I deserve» (Ines Sieulle)  

«Κάποιοι έχουν την ανάγκη να δείχνουν στον κόσμο πως μπορούν να  κυριαρχούν στους άλλους.  Άρχισα να βρίσκω χρήστες του Τικ Τοκ, μπήκα στο youtube, βρήκα συζητήσεις που αξιοποίησα και συνέθεσα εικονικούς συντρόφους σε διαδικτυακά chatbot που προσπαθούν αλλά δυσκολεύονται να  βρουν τη θέση τους στον κόσμο. Μοιράζονται τις σκέψεις τους με τους ανθρώπους με τους οποίους συνδιαλέγονται και τις περισσότερες φορές οι συζητήσεις είναι έντονες και σκληρές. Αυτό με κατεύθυνε να θίξω το πώς αντιμετωπίζουμε ανθρώπους με τους οποίους αισθανόμαστε ανώτεροι από αυτούς. Πρόκειται για ένα είδος ρατσισμού. Η συζήτηση που ανοίγει είναι μεγάλη και αφορά στο πως χρησιμοποιούμε κάποια εργαλεία που έχουμε στα χέρια μας. Η διαπίστωση πως η βία είναι εμφανής στο διαδίκτυο προκύπτει από τη θέαση όλων αυτών των βίντεο. Και όσα περισσότερα βίντεο βλέπουμε, τόσο συνηθίζουμε στη βία. Έτσι και η ταινία γίνεται βίαιη. Όσο πιο πολύ επαφή έχεις με τη βία, τόσο πιο πολύ τη συνηθίζεις .Στην πραγματικότητα όμως η βία είναι πολύ χειρότερη από ότι στην ταινία».

DISFF#47 – Παρουσίαση Σκηνοθετών, Παρασκευή 6/9/2024

DISFF#47 – Παρουσίαση Σκηνοθετών, Παρασκευή 6/9/2024

Κάθε μέρα οι σκηνοθέτες που διαγωνίζονται στο 47ο Φεστιβάλ Δράμας, δίνουν ραντεβού με το κοινό (θεατές, επαγγελματίες της οπτικοακουστικής βιομηχανίας, δημοσιογράφους) για να μιλήσουν για την ταινία τους που έχει προβληθεί το προηγούμενο βράδυ και να απαντήσουν σε ερωτήσεις, στο πιο φρέσκο και πολυαναμενόμενο ραντεβού του Φεστιβάλ. Να τι είπαν στο κοινό του Φεστιβάλ για τη δουλειά τους οι διαγωνιζόμενοι στη σημερινή παρουσίαση την οποία συντόνισαν ο Γιάννης Σακαρίδης (Εθνικό Διαγωνιστικό), ο Γιώργος Ζώης (Διεθνές Διαγωνιστικό) και ο  Βασίλης Τερζόπουλος (Short and Green):

EΘΝΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

«Αλκυονίδες» (Αλέξανδρος Σκούρας)

«Ήμουν σε ένα χωριό και έβλεπα τις γυναίκες του τόπου σε μια απέραντη σιωπή, σαν να μην επικοινωνούσαν με κανέναν, κι αυτό μου έκανε εντύπωση. Και την ίδια εποχή διάβασα ένα βιβλίο της Άλις Μονρό για έναν γάμο καθόλου ευχάριστο. Έτσι ήρθε η κεντρική ιδέα. Ήθελα να δοκιμάσω κάτι διαφορετικό, πιο πειραματικό, να τραβήξω κάποια πράγματα που μου αρέσουν στα όρια, να δω που θα με πάει κι ας βγει ό, τι βγει. Όσον αφορά το ασπρόμαυρο ήθελα η ταινία να έχει μια αχρονικότητα».

«Mj» (Γιώργος Φουρτούνης)

«To 2012, όταν η χώρα μπήκε σε μια δύσκολη περίοδο, από την οποία ακόμα δεν έχουμε βγει, με τις διαδηλώσεις, τις πορείες, τις πέτρες, τα γκλομπ, θυμάμαι να βλέπω το βίντεο κλιπ του Snik με τίτλο «Κουνήσου δίπλα μου». Ήταν απίστευτο, σαν να είχε έρθει από άλλον πλανήτη, και από τότε άρχισα να παρακολουθώ την ακμή της τραπ σκηνής στη χώρα. Στην αρχή σαν ένοχη απόλαυση και αξιοπερίεργο, αλλά στην πορεία αισθάνθηκα ότι εμείς δεν έχουμε σχέση με την τραπ, καθώς είμαστε άνθρωποι που κάνουμε σινεμά, είμαστε πολιτικοποιημένοι, δεν μας αγγίζει το χρήμα, κάνουμε ψυχανάλυση, τι σχέση έχουμε με αυτούς; Έχουμε απόλυτη σχέση, καθώς φοράμε μια μάσκα, κι αυτό καθορίζει την προσωπικότητα μας, αλλά όχι μόνο αυτό. Αν στη συνθήκη του σινεμά βγάζαμε τη σεμνότητα του καλλιτέχνη σαν στοιχείο αξίας, και τη ματαιοδοξία που κοχλάζει μέσα μας, θα βλέπαμε ίσως και 27 μικρούς τράπερ στη Δράμα να λένε ποιος είναι καλύτερος. Οι αξίες που έχει η τραπ είναι αξίες ενός ολόκληρου συστήματος, αξίες του καπιταλισμού, όπου μετράει το χρήμα και ο ατομισμός, όπου ο φθόνος κινεί την οικονομία και η κοινωνική ανέλιξη είναι βασική προϋπόθεση για να υπάρξει χρήμα. Έτσι, όταν αποφάσισα να κάνω την ταινία, και με ρωτούσαν αν τρολάρω την τραπ σκηνή, απαντούσα ότι αυτό που κάνω είναι να  τρολάρω κι εμένα τον ίδιο. Θέλω κάπως να ξορκίσω και πράγματα που βλέπω σε μένα και τους γύρω».

«Ο πρώτος μου γάμος» (Ανδρέας Χαλικιάς)

«Στην ταινία, θέλοντας να δείξουμε τον κόσμο των μεγάλων, είχαμε αποκλειστικά παιδιά, και αυτό δεν έγινε τυχαία. Casting και χρηματοδότηση ήταν από τα πιο δύσκολα πράγματα. Ο πρωταγωνιστής μου είναι κατά κάποιο τρόπο εγώ, όσον αφορά τα υπόλοιπα παιδιά ήταν όλα ντόπια, από την Κρήτη, όπου έγιναν και τα γυρίσματα. Οδηγηθήκαμε σε γυρίσματα που θυμίζουν μαγικό ρεαλισμό, όχι από πεποίθηση, αλλά από ανάγκη και εξαιτίας έλλειψης χρημάτων. Τα χρώματα που βλέπει ο θεατής δεν υπήρχαν, ούτε τα νυχτερινά γυρίσματα ».

«Κυνηγός» (Παύλος Σηφάκης)

«Η αρχική ιδέα ήρθε το 2020 της πανδημίας και της καραντίνας όταν βρέθηκα σε ένα οικογενειακό εξοχικό, ένα λυόμενο κοντά στον Μαραθώνα, και μου ήρθε η εικόνα ενός πατέρα με την κόρη του να επιστρέφουν από ένα κυνήγι και το θήραμα που σέρνουν να είναι ένα ανθρώπινο πτώμα. Στην αρχή κρύβαμε το ανθρώπινο θήραμα σε όλη τη διάρκεια της αφήγησης και αποκαλυπτόταν σαν σοκαριστικό μυστικό στο τέλος. Σε αυτόν τον κόσμο που μοιάζει να έρχεται μετά την Αποκάλυψη, η τροφή σπανίζει, τα περισσότερα ζωντανά έχουν εξαφανιστεί, ό, τι έχει απομείνει είναι χαλασμένες κονσέρβες, σκουλήκια, χόρτα, και υπάρχει μια εναλλακτική μορφή τροφής, τα αδέσποτα όπως ονομάζονται. Ο πατέρας, πρωταγωνιστής της ταινίας, προσπαθεί να κρατήσει μια ανθρωπιά ενός προηγούμενου κόσμου, αρνείται να πυροβολήσει άλλο ανθρώπινο ον και αυτό προσπαθεί να το μεταδώσει στην κόρη του. Κατά μία έννοια, αρνείται να παραδεχθεί ότι ο κόσμος που γνώριζε, έχει πλήρως καταστραφεί».

«Γκέκας» (Δημήτρης Μουτσιάκας)

«Κάποια στιγμή στο χωριό του πατέρα μου, συνάντησα ένα τζιπ που είχε μια ρεζέρβα με ζωγραφισμένο στο χέρι ένα αγριογούρουνο. Αναρωτήθηκα γιατί κάποιος να θέλει να δείχνει παντού ότι είναι κυνηγός; Όλοι έχουμε χόμπι αλλά δεν τα επιδεικνύουμε κατά αυτόν τον τρόπο. Αρχίζω να ψάχνω καθώς ήθελα να καταλάβω κάπως αυτόν τον κόσμο. Προκύπτουν στοιχεία ενηλικίωσης μέσα από το κυνήγι και όλο αυτό περνάει από τον πατέρα στον γιο. Ταυτόχρονα μαθαίνω για τον Γκέκα, μια ράτσα σκύλου που είναι ο ελληνικός ιχνηλάτης. Εκεί συνδέθηκε το θέμα της ελληνικής οικογένειας, καθώς οι γονείς θεωρώντας τους ίδιους αυθεντίες ή χωρίς να ξέρουν να κάνουν κάτι άλλο, προσπαθούν να αφήσουν ίχνη και να εκπαιδεύσουν τα παιδιά τους να ακολουθήσουν αυτά τα ίχνη. Αυτό ήρθε κι έδεσε με την προσωπική μου ιστορία, την άρνηση της οικογένειάς μου να γίνω σκηνοθέτης».

ΔΙΕΘΝΕΣ  ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ

«Celine on a cloudy day» (παρόντες ο σκηνοθέτης Can Koroglu και ο διευθυντής φωτογραφίας ET NG  )

«Η έμπνευση ήρθε από την πρωταγωνίστρια που υποδύεται μια ηθοποιό η οποία κάνει πρόβα για μια οντισιόν όταν ο πατέρας της, που έχει χρόνια να την δει, την επισκέπτεται ξαφνικά. Θεωρώ ότι η υποκριτική είναι η καλύτερη δουλειά όταν περνάς μια κρίση ταυτότητας. Η ηθοποιός υποτίθεται ότι κάνει  πρόβα με τον τοίχο αλλά δεν μπορούσα να τραβήξω κάτι τέτοιο. Για μένα ήταν πιο ενδιαφέρον να έχουμε απέναντί της τον άλλο ηθοποιό για να τον βλέπει, κι αυτό την εξέφραζε καλύτερα, αντιδράει, κλαίει , λέει ό, τι σκέφτεται»

SHORT AND GREEN

«Guardians» (Julian Stubbs Generali)

«Το Μεξικό έχει το πιο ποικιλόμορφο φυσικό τοπίο που αντιστοιχεί στο 14% της βιοποικιλότητας όλου του πλανήτη. Θέλουμε να διατηρηθεί αυτή η βιοποικιλότητα. Ένα γερμανικό ίδρυμα που μας χορηγεί, επιθυμεί να πούμε την ιστορία κάποιων ομάδων που οι υπεύθυνοι βοηθούσαν οικονομικά. Αναζητήσαμε λοιπόν ανθρώπους και καταλήξαμε στους τρεις αυτούς χαρακτήρες που μπορούν να πουν την ιστορία της αντίστασης μιας χώρας, οι φορείς και τα ιδρύματα της οποίας καταρρέουν. Το φυσικό τοπίο στο Μεξικό είναι κάτι που μεταμορφώνεται εδώ και αιώνες. Ένα μέρος του καταστράφηκε από την κατάρρευση ενός φράγματος πριν χρόνια, κι ένας άνθρωπος προσπάθησε να το επαναφέρει στην προηγούμενή του μορφή, ένας άνθρωπος που καταλάβαινε τους διαφορετικούς ρυθμούς της φύσης και τώρα αυτό το μέρος είναι από αυτά με τη μεγαλύτερη βιοποικιλότητα. Η ταινία και αυτοί οι άνθρωποι μας διδάσκουν πως είμαστε σε αυτήν την στιγμή της ιστορίας που καλούμαστε να ανταποκριθούμε»

«Bios beneath blind» (παρών ο  παραγωγος  Sebastian Nagelmueller )

«Η τελική μας σκηνή είναι από μια εγκατάσταση από το Μουσείο του Βερολίνου που είχε να κάνει με τη γη, επικεντρωθήκαμε στο πώς υπάρχει καθαρό νερό και πώς μπορεί κάποιος να το βρει. Είμαστε μια ομάδα 7 ατόμων, θέλαμε να παρουσιάσουμε αυτά τα είδη που έχουν επιστημονικό όνομα, αλλά είναι αυτά που μας βοηθούν να έχουμε καθαρό νερό. Ο κόσμος πρέπει να μάθει για αυτό που είναι ορατό μόνο με μικροσκόπιο. Θέλαμε να δείξουμε την ομορφιά  αυτών των οργανισμών. Στις μέρες μας έχουν απομείνει λίγοι επιστήμονες που γνωρίζουν για αυτό το είδος, κι αυτή ήταν και η προσέγγισή μας».

«I would rather be a stone» (Ana Husman)

«Έκανα αυτήν την ταινία καθώς στην παιδική μου ηλικία πέρασα πολύ χρόνο σε αυτά τα μέρη. Η μητέρα μου ήταν από ένα από αυτά τα χωριά, μια πολύ φτωχή περιοχή, χωρίς μέλλον για τους ανθρώπους, όσοι γεννήθηκαν το 1940 έφυγαν  όλοι από το χωριό, πήγαν στις πόλεις. Έτσι αυτή η μεγάλη περιοχή είναι πολύ ερειπωμένη, με λίγους ηλικιωμένους και άδεια σπίτια. Το πρώτο ενδιαφέρον μου το προκάλεσε η γενιά που έφυγε που είχε τη δυνατότητα να γυρίσει πίσω, αλλά δεν θέλει. Κάποιοι συνταξιούχοι επιστρέφουν, αλλά δεν μπορούν να βρουν τον τόπο της παιδικής τους ηλικίας. Αυτό ήταν το πρώτο που ήθελα να πω. Στη συνέχεια ήθελα να αποτυπώσω πώς θα ένιωθαν αυτοί οι άνθρωποι τώρα που η περιοχή δεν θα υπάρχει αφού θα κατασκευαστεί ένα φράγμα που θα την καλύψει».

«The lost memories of trees» (Antonio La Camera)

«Την ταινία την έκανα το 2022 στο Περού μέσα σε ένα εργαστήριο με θέμα μια συζήτηση  που έπρεπε να ξεκινήσει, κάνοντας ένα πολύ προσωπικό σινεμά, ένα ταξίδι στον χώρο αλλά και στο χρόνο. Πέρασα πολλές ώρες με αυτό το δέντρο στο δάσος. Κάποια δέντρα μοιάζανε με αδέλφια και αναρωτιόμουν τι έλεγαν το ένα στο άλλο, για πόσα χρόνια συνομιλούν. Ήθελα να κάνω ταινία αυτήν την ιδέα. Δεν ήθελα να είναι μια συζήτηση μεταξύ των δέντρων αλλά να ενσωματώσω και τον ανθρώπινο παράγοντα. Ήμουν μέσα σε ένα καράβι όταν βρήκα την ιδέα, το δέντρο να θυμάται ότι είναι παιδί».

Συνέντευξη με Σκηνοθέτες

2020 – Συνέντευξη με τους Σκηνοθέτες του 43ου Εθνικού Διαγωνιστικού DISFF43

Η αντίστροφη μέτρηση για την υποβολή συμμετοχής στο 44ο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας ξεκίνησε. Περιμένονας με ανυπομονησία τις φετινές συμμετοχές (31/5 για το Εθνικό Διαγωνιστικό, 15/6 για το Διεθνές Σπουδαστικό Πρόγραμμα), το Φεστιβάλ Δράμας θυμάται με νοσταλγία όσους πρωταγωνίστησαν στην περσυνή διοργάνωση και τους δίνει το λόγο! Αυτή τη φορά, βρίσκονται μπροστά, κι όχι πίσω από την κάμερα. Απολαύστε τους…

Συνέντευξη με Σκηνοθέτες του 43ου Εθνικού Διαγωνιστικού DISFF43

Playlist με τις συνεντεύξεις των σκηνοθετών
(Πατήστε στην πάνω δεξιά γωνία του video για να επιλέξετε)