Ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης και η Αμάντα Μιχαλοπούλου στα Αίθρια Λογοτεχνικά Απογεύματα του Φεστιβάλ Δράμας
Τα νέα τους βιβλία με τίτλο «Η μεταμόρφωσή της» και «Ήλιος με ξιφολόγχες», παρουσίασαν στο πλαίσιο της ενότητας «Αίθρια Λογοτεχνικά Απογεύματα» του Φεστιβάλ Δράμας, οι συγγραφείς Αμάντα Μιχαλοπούλου και Γιώργος Σκαμπαρδώνης.
Σε ένα πολυπληθές κοινό που κατέκλυσε το θερινό σινεμά «Αλέξανδρος», η κ. Πολύνα Γ. Μπανά, ποιήτρια και συγγραφέας, που έχει την οργάνωση, την επιμέλεια και την παρουσίαση του προγράμματος, αναφέρθηκε αρχικά στο βιβλίο της Α. Μιχαλοπούλου (εκδόσεις Καστανιώτη), κάνοντας λόγο για μια νουβέλα η οποία «μέσα από το εύρημα της ανεξήγητης μεταμόρφωσης της νεαρής, κεντρικής ηρωίδας μέσα στον ύπνο της, σε άνδρα, προσεγγίζει και σχολιάζει το διαχρονικό ζήτημα της κοινωνικής κατασκευής των δυο φύλων, καθώς και των προκαθορισμένων κοινωνικών ρόλων που αποδίδονται σε αυτά, μέσα στο πλαίσιο μιας προαιώνιας, ανδροκεντρικής και ανδροκρατούμενης κοινωνίας. Σε τελική αναγωγή, διαπραγματεύεται το ζήτημα της έμφυλης ταυτότητας, αλλά και της ρευστότητας των φύλων».
Επεσήμανε επίσης πως η συγγραφέας συνδυάζει το θέμα «πολύ έξυπνα και ευφάνταστα, με το πλέον νευραλγικό, παγκόσμιο ζήτημα της οικολογικής καταστροφής, της κλιματικής κρίσης».
Η Αμάντα Μιχαλοπούλου υποστήριξε πως «όταν διαβάζεις ένα βιβλίο και βλέπεις τις στέγες στην Καρδίτσα, δηλαδή την τραγική επικαιρότητα, μπορείς να κάνεις μια πιο ρεαλιστική ανάγνωση του βιβλίου, που πριν από τρεις μήνες ήταν επιστημονική φαντασία. Μιλώντας ως αναγνώστρια, διαβάζουμε με αυτό που είμαστε κάθε στιγμή. Γράφουμε χωρίς να ξέρουμε συνειδητά γιατί μας απασχολεί ένα θέμα τόσο πολύ και γιατί υπάρχει μια ερώτηση που παίρνει τη μορφή εμμονής και μας κάνει να θέλουμε να γράψουμε μια ολόκληρη ιστορία γύρω από την ερώτηση. Κι έτσι υπάρχει αυτή η πολύ περίεργη και αμήχανη διαδρομή, που αντιμετωπίζουμε ως συγγραφείς όταν κάθε φορά που δίνουν μια καινούρια ερμηνεία για το βιβλίο μας, ταυτόχρονα ταυτιζόμαστε ίσως και να υπερταυτιζόμαστε. Αν με ρωτάτε γιατί έγραψα αυτό το βιβλίο θα σας απαντήσω δεν ξέρω τι είναι αυτό που με έκανε κάποια μέρα να ξυπνήσω με την σκέψη πώς θα ήταν αν αυτό το κορίτσι ξυπνούσε ως αγόρι. Σίγουρα ήταν μια πάρα πολύ δυνατή εικόνα. Αν αυτό συνέβη σε έναν κόσμο που δεν μπορείς να μοιραστείς αυτήν την ολική μεταμόρφωση, τι κάνεις με αυτό και πως μπορείς να ξαναγυρίσεις σε μια κατάσταση δέους, σοκ και σιωπής σε σχέση με μια τέτοια ολική μεταμόρφωση; Αυτό νομίζω ότι με απασχόλησε πάρα πολύ. Επίσης με ενδιέφερε πάρα πολύ η επιστροφή σε μια άλλη αίσθηση για τον χρόνο και τον τόπο. Έτσι, έγραψα το βιβλίο για να δω τι θα συμβεί. Με ενδιαφέρει να βαθύνει και να συνεχιστεί η ερώτηση. Κι επειδή δεν πιστεύω στις απαντήσεις, όλο το βιβλίο ήταν μια ερώτηση και με ενδιαφέρει ο καθένας, αν γίνεται, να αναρωτηθεί ταυτόχρονα πιο βαθιά, για το ποιοι είμαστε ως κοινωνικές ταυτότητες, ως κινούμενα, έμφυλα στερεότυπα και πως γίνεται στον σύγχρονο κόσμο όλα αυτά τα ζητήματα που μας απασχολούν σε σχέση με την εξουσία, πώς και εάν αλλάζουν, τον τρόπο που συμπεριφερόμαστε, που ζούμε, που υπάρχουμε όλοι μαζί».
«Ήλιος με ξιφολόγχες» του Γιώργου Σκαμπαρδώνη
Παρουσιάζοντας το νέο βιβλίο του Γ. Σκαμπαρδώνη (εκδόσεις Πατάκη), η κ. Μπανά σημείωσε πως αναφέρεται σε «μια σειρά οδυνηρών γεγονότων που σημάδεψαν τη Θεσσαλονίκη της μπελ επόκ, ακολουθώντας τους κώδικες του νουάρ μυθιστορήματος, καθώς στο επίκεντρο της πλοκής του είναι η διαλεύκανση δυο φόνων από τον κεντρικό ήρωά του, τον ταγματάρχη Γόρδιο Κλήμεντο, που είναι επικεφαλής της αντικατασκοπίας της συμπρωτεύουσας στη δεκαετία του ΄30. Αναλαμβάνει να εξιχνιάσει τη δολοφονία Εβραίου υποδηματεργάτη που ήταν πληροφοριοδότης του και είχε εισχωρήσει και αναμειχθεί σε κομμουνιστικές, συνδικαλιστικές οργανώσεις και να εντοπίσει τη διαδρομή των χρημάτων, τη χρηματοδότηση αυτών των σωματείων από την Μόσχα ή τους ακραίους εθνικιστές της Βουλγαρίας, καθώς και οι δύο απέβλεπαν στην απόσχιση της Μακεδονίας από την Ελλάδα και στη δημιουργία μιας βαλκανικής ομοσπονδίας».
Ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης που επεσήμανε πως το κοινό τον ρωτά πολλές φορές για την ηρωίδα του βιβλίου, τη Ντανιέλ, αποκάλυψε πως είναι βασισμένη σε ένα πραγματικό πρόσωπο της Θεσσαλονίκης τη δεκαετία του ΄30, τη Νίνα Παυλίδου, που οδηγούσε μοτοσυκλέτα, ήταν γυμνίστρια και απελευθερωμένη. «Την έφτιαξα για να την ερωτευτώ πρώτα εγώ ο ίδιος. Ο ταγματάρχης Γόρδιος, συντηρητικός καραβανάς, αλλά σπουδαγμένος σε γνωστή παρισινή σχολή αντικατασκοπίας, κουβαλά τη μάτσο αντίληψη του αξιωματικού του στρατού και ερωτεύεται αυτή τη γυναίκα με την οποία συντηρεί μια σχέση ακραιφνώς σαρκική και ηδονική. Δε μπορεί να συλλάβει τι είναι η Ντανιέλ, μια μαγευτική γυναίκα, διαφεύγουσα, ένα αερικό, με άλλη αντίληψη των πραγμάτων. Δυο διαφορετικά σύμπαντα. Ωστόσο και τους δυο τους ενώνει ο σαρκικός έρωτας. Ο Γόρδιος αναπτύσσει μια φετιχιστική εμμονή, με τα υπέροχα άκρα της Ντανιέλ, τα πέλματά της που είναι σαν σερβίτσιο. Σε τέτοιο σημείο μάλιστα που κρατά τα κομμένα της νύχια μέσα σε ένα αλαβάστρινο κουτάκι παρατηρώντας τα κάθε βράδυ σαν να προσεύχεται σε αυτά. Ένας ακατανόητος και τόσο ισχυρός έρωτας που δεν μπορεί να τον ερμηνεύσει και να βρει μια διαδρομή επαφής με την Ντανιέλ, που κινείται σε εντελώς διαφορετικό σύμπαν από εκείνον. Εκείνη, είναι ένα πλάσμα που πέραν της ηδονικής διάστασης και της ηδονοθηρίας που υπάρχει στο βιβλίο, είναι η γυναίκα που κρατά τον ταγματάρχη και αρχηγό της αντικατασκοπίας στη Θεσσαλονίκη, την πιο σπαρασσόμενη και πιο σημαντική πόλη στη χώρα». Ο Γ. Σκαμπαρδώνης ανέφερε τέλος πως η κοινωνική και πολιτική ιστορία της εποχής του 1930-1931 στη Θεσσαλονίκη, λειτουργεί ως «το σώμα του βιβλίου, η αφήγηση. Αλλά εκείνο που έχει σημασία είναι το κατά πόσο ένα μυθιστόρημα πέρα από την υπόθεση και τα πρόσωπα, περιέχει και εκλύει εκείνες τις αισθητικές αξίες που το μετατρέπουν σε έργο τέχνης».