Αρχείο ετικετών για: Γιάννης Σακαρίδης

Ανανέωση θητείας καλλιτεχνικού Διευθυντή Γιάννη Σακαρίδη

Tο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας με χαρά ανακοινώνει την ανανέωση της θητείας του Γιάννη Σακαρίδη, στο τιμόνι του θεσμού.

Tο ΔΣ του Πολιτιστικού Οργανισμού Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας έκανε δεκτή την εισήγηση του Προέδρου Γιώργου Δεμερτζή για συνέχιση της συνεργασίας με τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή του Φεστιβάλ για έναν ακόμα χρόνο και δυνατότητα ανανέωσης για ακόμη ένα.

Η εισήγηση του Προέδρου του Φεστιβάλ προς το Δ.Σ του Οργανισμού:

«Τον Απρίλιο του 2020, μετά τον αιφνίδιο θάνατο του καλλιτεχνικού μας Διευθυντή Αντώνη Παπαδόπουλου, προβήκαμε εκτάκτως στην άμεση αναπλήρωση του με την επιλογή του καταξιωμένου σκηνοθέτη κ. Σακαρίδη.

Η κρίσιμη απόφαση, που καλεστήκαμε να πάρουμε τότε, επιλογής του κατάλληλου προσώπου το οποίο θα έπρεπε να ηγηθεί του μεγαλύτερου στην Ελλάδα Φεστιβάλ του είδους και ενός από τα πλέον καταξιωμένα και αναγνωρισμένα στο εξωτερικό, το οποίο λόγω των γνωστών προβλημάτων το τελευταίο διάστημα λειτουργούσε με άλλες ταχύτητες, αποδείχτηκε εκ του αποτελέσματος η πλέον κατάλληλη για το Φεστιβάλ.

Από το 2020, το Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας με τη ριζική ανανέωση και ποιοτική του αναβάθμιση, άλλαξε εποχή. Οι μεγάλες αλλαγές που πραγματοποιήσαμε, ξεκινώντας από την νέα και βραβευμένη οπτική του ταυτότητα, τη δημιουργία και προσθήκη νέων προγραμμάτων, καταξιωμένων συνεργατών, διεύρυνση των σχέσεων και συνεργιών με τους αρμοδίους δημόσιους και ιδιωτικούς Φορείς σε Ελλάδα και εξωτερικό, η σταθερή και ουσιαστική στήριξη του ΥΠ.ΠΟ.Α, πάντα σε σύμπνοια και άριστη συνεργασία με τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή, απέφεραν ως αποτέλεσμα να βιώνουμε όλοι μας μια νέα ακμάζουσα περίοδο για το Φεστιβάλ Δράμας, με διθυραμβικές κρητικές εντός και εκτός συνόρων.

Για το λόγο αυτό θεωρώ ότι για τον Οργανισμό, η επιλογή του κ. Γιάννη Σακαρίδη ως καλλιτεχνικού διευθυντή, υπήρξε ο καταλύτης για τη νέα εποχή του Φεστιβάλ Δράμας που είχε ανάγκη μετά από πολλά χρόνια ύπαρξης και παρουσίας του Θεσμού να ξαναβρεί την κατεύθυνση και το αναπτυξιακό του όραμα προκειμένου να συνεχίσει τη λαμπρή του πορεία.

Το Φεστιβάλ της Δράμας φέτος διανύει το 46ο έτος της διεθνούς του παρουσίας και με δεδομένο ότι τον Οκτώβρη θα έχουμε δημοτικές εκλογές, θεωρώ και προτείνω να συνεχίσουμε τη συνεργασία μας με τον κ. Γιάννη Σακαρίδη ως Καλλιτεχνικό Διευθυντή του Φεστιβάλ Δράμας για το έτος 2023, επεκτείνοντας τη θητεία του για διάστημα ενός έτους, με τη δυνατότητα ανανέωσης ενός ακόμη σε περίπτωση που το αποφασίσει η νέα δημοτική αρχή».

Ο Δήμαρχος Δράμας Χριστόδουλος Μαμσάκος χαιρέτησε την απόφαση του Δ.Σ του Οργανισμού και συνεχάρη τον Πρόεδρο του Φεστιβάλ για την επιλογή του Γιάννη Σακαρίδη να συνεχίσει στο τιμόνι της Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης του Φεστιβάλ, ευχόμενος στον ίδιο καλή και δημιουργική θητεία με συνέχιση του πετυχημένου έργου που ανέδειξε το Φεστιβάλ Δράμας σε Ελλάδα και εξωτερικό.

Ο Γιάννης Σακαρίδης, ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση του Φεστιβάλ Δράμας το 2020, σε μια δύσκολη σε παγκόσμιο επίπεδο συγκυρία: την έναρξη της πανδημίας, που είχε τεράστιες επιπτώσεις (και) στον χώρο του κινηματογράφου.

*Ωστόσο, στα πρώτα δύο, και πλέον απαιτητικά, χρόνια της καραντίνας, το Φεστιβάλ Δράμας ήταν από τα λίγα που κατόρθωσαν να διεξαχθούν υβριδικά: και με φυσική παρουσία αλλά και σε διαδικτυακή μορφή, με τις ταινίες του προγράμματος για πρώτη φορά διαθέσιμες σε όλη την Ελλάδα, και μάλιστα με μεγάλη επιτυχία.

Παρά τις αντικειμενικές δυσκολίες, το Φεστιβάλ έκανε σημαντικά βήματα τα τρία χρόνια της θητείας του Γιάννη Σακαρίδη, πάντα σε άριστη συνεργασία και υποστήριξη από τη Διοίκηση και την αρωγή του Πρόεδρου:

* Εγκαινιάστηκαν νέα διαγωνιστικά  αλλά και παράλληλα προγράμματα. Τα τμήματα αυτά αφουγκράζονται τις νέες ανάγκες, τάσεις και θεματολογίες που αφορούν τον σύγχρονο κινηματογραφικό κόσμο: Διεθνές  και Εθνικό  Σπουδαστικό Πρόγραμμα, Animation, Short & Green, Film & Visual Arts, αλλά και το KIDDO, το ολοκαίνουργο διαγωνιστικό διεθνές πρόγραμμα για παιδιά.

*Ξεχωριστή θέση στο Φεστιβάλ, έχει το καινοτόμο πρόγραμμα Cinematherapy, που πλέον “τρέχει” όλη τη χρονιά ως εκπαιδευτικό πρόγραμμα για σχολεία. Κατά την διάρκεια ομιλίας του ο Υφυπουργός Σύγχρονου Πολιτισμού Νικόλας Γιατρομανωλάκης το χαρακτήρισε μάλιστα “αντιπροσωπευτικό παράδειγμα πιλοτικής εφαρμογής για την πολιτιστική συνταγογράφηση”. Στο πλαίσιο του Cinematherapy πραγματοποιήθηκαν δύο masterclasses με τον οσκαρικό δημιουργό Πάβελ Παβλικόφσκι.

* Συνεχίστηκε δυναμικά και ενδυναμώθηκε η εκπαιδευτική διάσταση του φεστιβάλ. Αφενός με τη θέσπιση και παρουσίαση στο κοινό νέων εκπαιδευτικών προγραμμάτων αλλά κυρίως με τη υλοποίηση του οράματος του Φεστιβάλ και του αείμνηστου Αντώνη Παπαδόπουλου, για την δημιουργία Σχολής Κινηματογράφου στη Δράμα συνδεδεμένης με το Φεστιβάλ. Η έναρξη του Προπτυχιακού Τμήματος Σπουδών Κινηματογραφικής Γραφής και Έρευνας του Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου θα γίνει τον Φεβρουάριο, με εργαστήρια σκηνοθεσίας που θα πραγματοποιούνται στη Δράμα

* Αξιοποιήθηκαν στο μέγιστο βαθμό τα ψηφιακά εργαλεία όσον αφορά τον προγραμματισμό, τις προβολές αλλά και την επικοινωνία του φεστιβάλ.

*Συνεχίστηκαν και διευρύνθηκαν οι πολύτιμες συνεργασίες με ξένα φεστιβάλ και οργανισμούς  (ΥΠΠΟΑ, ΕΚΚ, ΕΡΤ, EFA  κλπ) και εγκαινιάστηκαν νέες με οργανισμούς και φορείς όπως το ΕΚΟΜΕ και το Ίδρυμα Ωνάσης, άλλα και με άλλα Φεστιβάλ, χορηγούς και υποστηρικτές.

Τέλος,

*Ανανεώθηκε  η Οπτική Ταυτότητα του Φεστιβάλ και

*Δημιουργήθηκε η ψηφιακή πλατφόρμα του Φεστιβάλ, που του επέτρεψε να προβάλλει τις δημιουργίες των μικρομηκάδων σε όλη την επικράτεια.

Ανανέωση θητείας κ. Διευθυντή Γιάννη Σακαρίδη

ΤΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΔΡΑΜΑΣ

Αποστολή του Διεθνούς Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας (DISFF) είναι να στηρίξει και να διαδώσει την τέχνη του κινηματογράφου, και ιδιαίτερα την ανάδειξη των ταινιών μικρού ως μέσο οπτικοακουστικής & πολιτιστικής έκφρασης στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, επιδιώκοντας παράλληλα την ανάπτυξη πνεύματος φιλίας και συνεργασίας μεταξύ κινηματογραφιστών από όλο τον κόσμο.

Εδώ και 45 χρόνια, το Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας (DISFF) είναι ταυτισμένο με τις πρώτες εμφανίσεις ανερχόμενων Ελλήνων σκηνοθετών όπως  της Φρίντας Λιάππα το 1980, του Γιάννη Οικονομίδη το 1992, του Γιώργου Λάνθιμου το 1995 και του Βασίλη Κεκάτου το 2015.

Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη διοργάνωση εκπαιδευτικών δράσεων και δραστηριοτήτων, όπως το Pitching Lab, το οποίο έχει καταστεί ήδη ένα από τα σημαντικότερα διεθνώς εκπαιδευτικά προγράμματα με παραγωγή 25 ταινιών  μικρού μήκους τα τελευταία 10 χρόνια.

Οι προβολές συνεχίζονται καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους με το πρόγραμμα “Το Φεστιβάλ Δράμας ταξιδεύει” που εδώ και 25 χρόνια πραγματοποιείται σε περίπου 80 πόλεις σε όλη την Ελλάδα και τα Βαλκάνια, και μάλιστα σε περιοχές με περιορισμένη πρόσβαση στην κινηματογραφική κουλτούρα.

Το DISFF στοχεύει στη δικτύωση μεταξύ σκηνοθετών, παραγωγών, χρηματοδοτών και άλλων εκπροσώπων της κινηματογραφικής βιομηχανίας μέσα από επιλεγμένες δράσεις. Προσελκύει κάθε χρόνο διεθνείς επαγγελματίες της βιομηχανίας από τις Κάννες, το Τορίνο, τη Βιέννη και το Λοκάρνο, καθώς και στελέχη από  Έλληνες χρηματοδότες και υποστηρικτές των οπτικοακουστικών μέσων   (ΕΚΟΜΕ, ΕΚΚ, ΕΡΤ, TV5 Monde). Μέσα από δράσεις και εκδηλώσεις όπως το Pitching Forum, Q&A σκηνοθετών, Industry meetings, το νεότευκτο Student Campus αλλά και πληθώρα εργαστηρίων, το Φεστιβάλ προσφέρει γόνιμο έδαφος για την διασύνδεση μεταξύ όλων των επαγγελματιών του χώρου και την ανάπτυξη νέων σχέσεων και συνεργασιών.

Παράλληλα με την έναρξη του Προπτυχιακού Τμήματος Σπουδών Κινηματογραφικής Γραφής και Έρευνας τον Φεβρουάριο του 2023, μία κομβική στιγμή για το Φεστιβάλ, προχωρά με σταθερά βήματα και  η μελέτη για την αξιοποίηση του Στρατοπέδου Ανδρικάκη της πόλης της Δράμας και το μετασχηματισμό του σε ένα Οπτικοακουστικό Κέντρο το οποίο θα στεγάσει, εκτός από το ίδιο το Φεστιβάλ, τις εγκαταστάσεις της υπό σύσταση Κρατικής Σχολής Οπτικοακουστικών Μέσων αλλά και αναδυόμενες επιχειρήσεις του οπτικοακουστικού τομέα, ενώ εγκρίθηκε η χρηματοδότηση περίπου 1.500.000 ευρώ από το ΥΠ.ΠΟ.Α και το Ταμείο Ανάκαμψης και προχωρούν οι διαδικασίες για ουσιαστική αναβάθμιση και εκσυγχρονισμό του Δημοτικού Ωδείου και Κινηματογράφου Ολύμπια, που αποτελούν δύο σημαντικά   κτίρια πολιτισμού αλλά και τέλεσης του Φεστιβάλ Δράμας.

Συνέντευξη του Πάβελ Παβλικόφσκι

Ο κορυφαίος Πολωνός σκηνοθέτης γράφει στην Υδρα ένα νέο σενάριο και ετοιμάζεται για το Φεστιβάλ της Δράμας, όπου θα είναι μέλος της Κριτικής Επιτροπής του Διεθνούς Τμήματος. Ο δημιουργός της βραβευμένης με Οσκαρ «Ιντα» και του «Ψυχρού πολέμου» χαίρεται που τα φεστιβάλ ξανάρχισαν να γίνονται με φυσική παρουσία και όχι μόνο online. Και ελπίζει να μη ζήσει το τέλος των αιθουσών, της μεγάλης οθόνης και των θεατών.

Συνέντευξη στην Βένα Γεωργακοπούλου για το efsyn


Φανταζόμουν ότι στο τηλεφωνικό μας ραντεβού θα τον έβρισκα στη Βαρσοβία. Ήταν, όμως, στην Ύδρα, κλεισμένος στο σπίτι του και έγραφε ένα σενάριο. Την είχα ξεχάσει την ελληνική αυτή πινελιά του Πάβελ Παβλικόφσκι, ίσως γιατί έχουμε τόσο πολλά, ελληνικά και διεθνή, να θυμόμαστε γι’ αυτόν τον μεγάλο και τόσο ιδιαίτερο Πολωνό σκηνοθέτη, που σε λίγες μέρες θα είναι στη Δράμα, χαρίζοντας στο 43ο Φεστιβάλ της Ταινιών Μικρού Μήκους (20 με 26 Σεπτεμβρίου) τη λάμψη και τη γοητεία του. Λάμψη από Όσκαρ. Γοητεία κινηματογραφική και προσωπική.

Δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Κι ας ήταν η κινηματογραφική του πορεία αργή και γεμάτη ψάξιμο και στροφές και πολυμορφία. Από μας, άλλωστε, ξεκίνησε το 2000, όταν το βρετανικό «Τελευταίο καταφύγιό» του του χάρισε στη Θεσσαλονίκη τον Χρυσό Αλέξανδρο και ορκισμένους φαν, που άρχισαν να τον παρακολουθούν.

Έπρεπε, όμως, αυτός ο λιγομίλητος, εσωστρεφής Πολωνός εξόριστος στην Αγγλία από μικρό παιδί, ακολουθώντας τους φυγάδες από την κομμουνιστική σκοτεινιά μποέμ γονείς του, να ξανασυναντήσει τις ρίζες του, να επιστρέψει στην ελεύθερη πια πατρίδα του και να γυρίσει δύο καθαρά πολωνικές ταινίες, για να εκτοξευθεί στην παγκόσμια κορυφή. Πρώτα τη μικρή, αιρετική κινηματογραφικά, τολμηρή πολιτικά, αλλά τρομερά συγκινητική «Ιντα», που κέρδισε άπειρες διακρίσεις, λατρεύτηκε παντού -και στην Ελλάδα- και κατέληξε, το 2015, να πάρει με περίπατο κι ένα Όσκαρ Ξένης Ταινίας.

Συνέντευξη του Πάβελ Παβλικόφσκι

Μόνο στην πατρίδα του διασύρθηκε η «Ίντα» ως «αντιπολωνική» από το εθνικιστικό κόμμα Νόμος και Δικαιοσύνη – είχαν και εκλογές τότε και κλήθηκαν οι συμπατριώτες του να μην τη δουν. Γιατί έθιγε το αντισημιτικό εγκληματικό παρελθόν της χώρας μέσα από την ιστορία μιας νεαρής, καθολικής μοναχής, που ανακαλύπτει ότι είναι Εβραία και οι γονείς της δολοφονημένοι.

Συνέντευξη του Πάβελ Παβλικόφσκι

Ο Παβλικόφσκι, που κάθε άλλο παρά στρατευμένο τον λες, δεν πτοήθηκε, συνέχισε με μία ακόμα πιο γοητευτική, προσιτή, ρομαντική, πλημμυρισμένη μουσική ταινία, τον «Ψυχρό πόλεμο». Άλλος θρίαμβος αυτός του 2018, βραβείο σκηνοθεσίας στις Κάνες, τρεις υποψηφιότητες για Όσκαρ, αλλά και κυριαρχία στα δικά μας Ευρωπαϊκά Κινηματογραφικά Βραβεία.

Ένας μεγάλος έρωτας στα χρόνια του σταλινισμού, ένα παθιασμένο, εκρηκτικό ζευγάρι καλλιτεχνών που αναζητά την ελευθερία, πηγαινοέρχεται από την Πολωνία στο Παρίσι, διασχίζει σύνορα, υφίσταται διώξεις από το καθεστώς, υποφέρει και από τις δικές του αντιφάσεις, σε μια χώρα που, ναι, το ήθελε, μας είχε πει πριν από δύο χρόνια ο Παβλικόφσκι, θύμιζε σε πολλά το σήμερα. Οι κομμουνιστικές καταπιεστικές τελετουργίες γίνονταν ένα με τον εθνικιστικό ανορθολογισμό της σύγχρονης Πολωνίας.

Δεν έχει γυρίσει από τότε άλλη ταινία, μακάρι το σενάριο της Ύδρας να είναι η επόμενή του. Ούτε βιάζεται ούτε άλλαξε ο Παβλικόφσκι. Θα το καταλάβετε διαβάζοντας παρακάτω πώς βλέπει το σινεμά, τη δόξα, τα Όσκαρ. Και οι τυχεροί που θα βρεθούν στο Φεστιβάλ της Δράμας θα τον ακούσουν να παίρνει μέρος, αφού πρώτα προβληθούν αποσπάσματα από τον «Ψυχρό πόλεμο», σε μια ανοιχτή συζήτηση με θέμα την «ψυχοθεραπευτική επίδραση που μπορεί να ασκήσει ένα κινηματογραφικό έργο στον θεατή» (ό,τι και να σημαίνει αυτό) με συντονίστρια την κινηματογραφοθεραπεύτρια Ντενίς Νικολάου.

Η κύρια δουλειά του, βέβαια, στη Δράμα θα είναι να κρίνει τις ταινίες τού ορθώς αναβαθμισμένου φέτος από τον νέο καλλιτεχνικό διευθυντή, Γιάννη Σακαρίδη, Διεθνούς Διαγωνιστικού Τμήματος. Άλλωστε, την έχει κάνει ήδη την προεργασία του.

«Θα επιστρέψω στην Πολωνία μερικές μέρες, γιατί έχω κάποιες δουλειές, και θα είμαι στη Δράμα τρεις μέρες πριν από τη λήξη του φεστιβάλ. Αλλά ήδη έχω δει όλες τις ταινίες online, μερικές θέλω να τις ξαναδώ, αξίζουν μια δεύτερη ματιά», μας λέει.

• Γιατί αποδεχθήκατε την πρόταση του Φεστιβάλ Δράμας; Απολαμβάνετε να κρίνετε; Σας αρέσουν οι μικρού μήκους ταινίες; Είχατε πεθυμήσει να βρεθείτε σε ένα φεστιβάλ;

Δέχτηκα να είμαι μέλος της Κριτικής Επιτροπής κυρίως γιατί μου το ζήτησε ο Γιάννης (Σακαρίδης). Σπουδαίος τύπος, τον γνώρισα πριν από αρκετά χρόνια, είμαστε φίλοι και του έχω εμπιστοσύνη σε ό,τι κι αν κάνει. Το Φεστιβάλ Δράμας δεν το ήξερα, μόνο στη Θεσσαλονίκη έχω πάει, αλλά όπως και να γινόταν, online ή με φυσική παρουσία, θα ήμουν περήφανος να βοηθήσω. Και χαίρομαι που τελικά κατάφερε ο Γιάννης να πραγματοποιήσει το όραμα που είχε. Αλλωστε, μου χάρισε ήδη, με την παρακολούθηση τόσων ταινιών, ένα μεγάλο και ωραίο ταξίδι. Τόσες διαφορετικές γλώσσες και χώρες, τόσα διαφορετικά στιλ ταινιών: σοβαρές, τολμηρές, πειραματικές, ρεαλιστικές, συγκινητικές. Τα πάντα. Και υπάρχουν και μερικές πραγματικά εξαιρετικές δουλειές.

• Ψάχνετε κάτι το ιδιαίτερο στις ταινίες μικρού μήκους; Ποια προσόντα θέλετε να έχουν;

Είμαι ανοιχτός σε κάθε ύφος και είδος σινεμά, αρκεί φόρμα και περιεχόμενο να έχουν συνάφεια και ενότητα. Αρκεί να μην είναι ταινίες «δήθεν» και επιτηδευμένες, να μην παίρνουν πόζες και να μην είναι φανερό ότι οι σκηνοθέτες τους τις θεωρούν απλώς μια… επαγγελματική κάρτα, που θα τους βοηθήσουν να κάνουν γρήγορα ταινία μεγάλου μήκους – κάτι, που συχνά συμβαίνει. Εννοώ ότι θέλω να δω ταινίες μικρού μήκους που γυρίστηκαν από βαθιά, προσωπική ανάγκη και όχι επειδή ο σκηνοθέτης κάτι έπρεπε να κάνει.

• Εσείς έχετε γυρίσει ταινίες μικρού μήκους; Σας βοήθησαν να βρείτε τη γλώσσα και τον εαυτό σας;

Στην πραγματικότητα ποτέ δεν έκανα μικρού μήκους στα σοβαρά, λίγες μόνο ποιητικές και πομπώδεις προσπάθειες, που πολύ χαίρομαι που εξαφανίστηκαν από το πρόσωπο της γης. Ο δικός μου τρόπος να μάθω σινεμά ήταν να γυρίζω ντοκιμαντέρ. Το έκανα από τα μέσα του ‘80 μέχρι τα μέσα του ‘90 και ήμουν τυχερός γιατί ήταν μια πραγματικά συναρπαστική εποχή, ζούσα τότε στην Αγγλία, αλλά άνοιγε σιγά σιγά η Ανατολική Ευρώπη, κάτι που με ενθουσίαζε. Τα ντοκιμαντέρ με έβγαλαν από την ομφαλοσκόπηση, γιατί με ανάγκαζαν να κοιτάξω πράγματα που, όσο κι αν με ενδιέφεραν ή τα αγαπούσα, δεν είχαν σχέση με μένα, δεν στρέφονταν γύρω από τον εαυτό μου. Τα ντοκιμαντέρ ήταν η σωτηρία μου. Πόσο μάλλον που όλη η διαδικασία τους, η έρευνα, το γράψιμο, το γύρισμα, μοιάζει με της μυθοπλασίας.

• Πώς νιώθετε, χαίρεστε που κάτι κινείται στον χώρο των φεστιβάλ, που η Βενετία το τόλμησε, έστω και με μέτρο και με μέτρα;

Δεν είμαι ειδικός σε υγειονομικά θέματα για να σχολιάσω αν είναι ή δεν είναι ασφαλή αυτά τα φεστιβάλ, είμαι κι εγώ όπως όλοι μας αρκετά φοβισμένος με τον κορωνοϊό. Πιστεύω, όμως, ότι είναι καλό να κρατήσουμε, να μη χάσουμε τη συνήθεια να βλέπουμε ταινίες σε μια μεγάλη οθόνη σε αίθουσες γεμάτες θεατές. Είναι ο τρόπος με τον οποίο μεγάλωσα και δεν θα ήθελα να τον δω να σβήνει.

• Άρα, βρίσκετε λογική αυτή τη διεθνή τρέλα με το «Tenet», που η έξοδός του στις αίθουσες χαιρετίστηκε σαν τη σωτηρία του σινεμά σε εποχές κορονωϊού; Μήπως το είδατε;

Όχι, δεν το είδα, δεν είμαι μεγάλος fan του Κρίστοφερ Νόλαν, ποτέ μου δεν ευχαριστήθηκα κάποια ταινία του, έτσι το «Τenet» δεν μου λέει τίποτα, είτε σε μικρή είτε σε μεγάλη οθόνη (γελάει). Καταλαβαίνω, βέβαια, τον δημοσιογραφικό θόρυβο γύρω από την ταινία και τις τυχόν επιπτώσεις της στη βιομηχανία. Αλλά για μένα αυτό που έχει σημασία είναι να γυρίζονται ταινίες που κάτι έχουν να πουν, όχι να ρίχνουμε στην οθόνη ό,τι μας καπνίσει. Τη ζω αυτή την αγωνία τώρα που γράφω ένα σενάριο και το μόνο που σκέφτομαι είναι πώς θα κάνω μια ταινία καλή, ενδιαφέρουσα, τίμια. Εχω πολλά δικά μου προβλήματα, λοιπόν, για να δω και το «Tenet».

• Είχατε κάποιο κινηματογραφικό πρότζεκτ που η πανδημία πάγωσε; Πόσο σας επηρέασε αυτή η κατάσταση, η καραντίνα, προσωπικά αλλά και καλλιτεχνικά;

Όχι, πρότζεκτ που να πήγαινε για παραγωγή δεν είχα, έγραφα απλώς ένα σενάριο που ξαφνικά, με τον Covid-19, κάπως μου φάνηκε… Γιατί, ξέρετε, το πραγματικό πρόβλημα είναι να ελέγχεις συνέχεια τη δουλειά σου, να μπορείς να παίρνεις αποστάσεις από την ανάγκη σου να κάνεις ταινίες. Να σκέφτεσαι, για παράδειγμα, όπως έκανα κι εγώ, «γιατί να ενδιαφερθεί ο κόσμος, που έχει τόσα στο κεφάλι του, τώρα και τον κορωνοϊό, για μια ιστορία που εκτυλίσσεται στην Πολωνία του ‘60;». Έτσι, ενώ πέρασα την καραντίνα στη Βαρσοβία με την οικογένειά μου, βρίσκοντας επιτέλους την ευκαιρία να ανεβαίνουμε στα ωραία μας βουνά, τους τελευταίους δύο μήνες τούς περάσαμε στην Ύδρα. Κι εγώ κλείστηκα σπίτι και γράφω ένα καινούργιο σενάριο.

• Πιστεύετε, λοιπόν, ότι η πανδημία ίσως περάσει με κάποιο τρόπο στην ίδια την τέχνη, στο σινεμά; Εννοώ όχι σαν ξερό θέμα. Ότι ίσως αλλάξει τον τρόπο που βλέπουμε και κάνουμε τέχνη.

Ίσως είμαι πολύ μεγάλος πια για να αλλάξω δραματικά, ίσως τελικά συνεχίσω αυτά που κάνω και αγαπάω. Θέλω, όμως, να δω πόσο όλα αυτά που ζούμε μπορούν να με επηρεάσουν και ότι δεν είμαι ένας δεινόσαυρος του σινεμά. Αλλά, και να αποδειχτεί ότι είμαι, c’ est la vie. Το έριξα, λοιπόν, στο γράψιμο κι ό,τι βγει, άλλωστε, αφού δεν έχω γυρίσματα, είναι η τέλεια εποχή.

• Αναρωτιέμαι αν αντιμετωπίζετε την επόμενη ταινία σας με κάποια αγωνία και άγχος. Μήπως το Όσκαρ, αλλά και όλα τα άλλα βραβεία, είναι τελικά ένα βάρος και μια απαίτηση να σταθείτε στο ύψος σας, να επαναλάβετε τις δύο μεγάλες σας επιτυχίες με «Ίντα» και «Ψυχρό πόλεμο».

Όχι, καθόλου. Βρίσκομαι εδώ και καιρό σε ένα πολύ συγκεκριμένο, δικό μου καλλιτεχνικό μονοπάτι και δεν με ενδιαφέρει το επίπεδο δημοφιλίας της επόμενης ταινίας μου. Στην πραγματικότητα δεν πολυαπόλαυσα όλη αυτή την ανοησία των Όσκαρ. Σπατάλησα σχεδόν μισό χρόνο από τη ζωή μου τότε, δεν έχω καμιά διάθεση αλλά ούτε και δύναμη να ξαναπεράσω τα ίδια. Καλύτερα να κάνω άλλα πράγματα, πιο δημιουργικά.

Στην Πολωνία η κυβέρνηση δαιμονοποιεί τους γκέι

• Υπογράψατε κι εσείς πρόσφατα (17 Αυγούστου) μια επιστολή προς την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στην οποία, μαζί με άλλους εβδομήντα κορυφαίους καλλιτέχνες, συμπατριώτες σας, όπως τη νομπελίστα Όλγκα Τοκάρτσουκ, αλλά και ξένους (Κουτσί, ΜακΓιούαν, Ατγουντ, Αλμοδόβαρ, Ιπέρ κ.ά.) καταγγέλλατε την κυβέρνηση της Πολωνίας και τον πρόεδρο Αντρέι Ντούντα προσωπικά για ομοφοβία και τρανσφοβία, καταπίεση και εκφοβισμό της ΛΟΑΤ κοινότητας, αλλά και για δημοκρατική εκτροπή. Τι το καινούργιο συμβαίνει στην Πολωνία;

Αφορμή της επιστολής ήταν οι τελευταίες προεδρικές εκλογές του Ιουλίου, στις οποίες το κόμμα του Αντρέι Ντούντα Νόμος και Δικαιοσύνη, προκειμένου να πετύχει την επανεκλογή του, έπαιξε χοντρά και χυδαία το χαρτί της αντι-ΛΟΑΤ ρητορικής. Είχαν νιώσει ότι τους απειλούσε μια βαθιά αντίδραση και μεγάλη συσπείρωση γύρω από την υποψηφιότητα του φιλελεύθερου δημάρχου της Βαρσοβίας Ραφαέλ Τρασκόφσκι. Ηξεραν ότι αν έβγαινε δημοκρατικός πρόεδρος, θα έβαζε ένα φρένο στην αντιδραστική, εθνικιστική και αντιευρωπαϊκή πρακτική του Κοινοβουλίου, όπου το Νόμος και Δικαιοσύνη έχει ακόμα την πλειοψηφία. Φοβούνταν ότι θα έχαναν τον πλήρη έλεγχο πάνω στο κράτος. Έτσι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να βγει ο Ντούντα, σχεδιάζοντας την πιο βρόμικη προεκλογική εκστρατεία που είδε ποτέ η Πολωνία.

• Ναι, αλλά τι σόι απειλή μπορεί να αποτελεί ειδικά για την Πολωνία η ΛΟΑΤ κοινότητα;

Σε μια τόσο συντηρητική κοινωνία, με μεγάλη μερίδα ανθρώπων να έχει ελάχιστη μόρφωση και ενημέρωση και ολόκληρη την επαρχία να είναι παραδομένη στην ελεγχόμενη κρατική τηλεόραση, πανεύκολα δημιουργείς παράνοια. Ο Ντούντα εξαφάνισε κάθε άλλο θέμα και περιόρισε την καμπάνια του σε επίθεση εναντίον της ΛΟΑΤ κοινότητας, μπήκε και η Εκκλησία στο παιχνίδι και γρήγορα ο κόσμος δεν μιλούσε παρά μόνο γι’ αυτό. Του παρουσίασαν ότι υπάρχει μια συνωμοσία, μια επίθεση της ΛΟΑΤ κοινότητας στην Πολωνία, τις παραδόσεις και τις αρχές της. Την παρομοίωσαν με την επάνοδο των μπολσεβίκων, με μια νέα εισβολή των ναζί και κατάφεραν να δημιουργήσουν μια συλλογική παράνοια. Ο κόσμος το ‘χαψε, ειλικρινά σας λέω. Είναι οι ίδιες στρατηγικές, τα ίδια λαϊκίστικα κόλπα που έπαιζαν και οι κομμουνιστές παλιά, παρουσιάζοντας κάθε τόσο στον πληθυσμό νέους «δαίμονες», καλλιεργώντας τους χειρότερους φόβους του με κανονική πλύση εγκεφάλου.

• Πριν από δύο χρόνια μού λέγατε ότι ήσασταν λίγο καλύτερα στην Πολωνία από την Ουγγαρία του Όρμπαν.

Ακόμα πιστεύω ότι είμαστε λίγο καλύτερα, αν και φοβάμαι πια ότι κινδυνεύουμε να χάσουμε την ίδια τη δημοκρατία. Μην ξεχνάτε, όμως, ότι υπάρχει πια ισχυρό ρεύμα εναντίον του Ντούντα και ότι ο Ραφαέλ Τρασκόφσκι έχασε μόνο με 2%. Ήταν μεγάλη επιτυχία για μας. Και, στην πραγματικότητα, η τελευταία ταινία που έχω κάνει, δεν είναι ο «Ψυχρός πόλεμος», αλλά το φιλμάκι της προεκλογικής καμπάνιας του Τρασκόφσκι.

Σάββατο 25 Ιουλίου

Τέταρτη εβδομάδα προφεστιβαλικών προβολών
Θερινός Κινηματογράφος ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ



Wild Duck (2013)

Το Σάββατο 25 Ιουλίου, στις 21.30, το Φεστιβάλ Δράμας παρουσιάζει στο Cine Αλέξανδρος το Wild Duck (2013), πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Γιάννη Σακαρίδη προσφέροντας στο κοινό της πόλης μια ακόμα ευκαιρία να γνωρίσει το έργο του νέου καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ. Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Τορόντο και ταξίδεψε σε πλήθος φεστιβάλ σε όλον τον κόσμο.

Σύνοψη

Ο Δημήτρης, μηχανικός τηλεπικοινωνιών, κλείνει την επιχείρησή του λόγω χρεοκοπίας. Αναλαμβάνει να διαλευκάνει ένα σκάνδαλο υποκλοπών μαζί μ’ έναν πρώην συνάδελφο. Η λεπτομερής έρευνα στο σύστημα κινητής τηλεφωνίας, τους οδηγεί σ’ ένα ύποπτο διαμέρισμα πολυκατοικίας. Σύντομα, μια άρρωστη ένοικος του επάνω ορόφου, αποσπά την προσοχή του Δημήτρη.

Σκηνοθετικό σημείωμα

“To WILD DUCK είναι μια ταινία για τις επιλογές που κάνουμε όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με ηθικά διλήμματα και οικονομικά συμφέροντα. Ειδικά στα πιο ταραγμένα χρόνια, πολιτικά και οικονομικά, της σύγχρονης ιστορίας της Ελλάδας. Πάντοτε ήθελα να κάνω μια ταινία για κάποιον ο οποίος πηγαίνει κόντρα στο κατεστημένο, ακόμη κι αν ανήκει σ’ αυτό.

Ύστερα από δεκαοχτώ χρόνια ως επαγγελματίας κινηματογραφιστής στο Λονδίνο (μοντέρ και σκηνοθέτης ταινιών μικρού μήκους), επέστρεψα στη χώρα μου για να κάνω την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μου, λίγο πριν ξεσπάσει η οικονομική κρίση. Εκ πρώτης όψεως, λάθος συγκυρία. Τελικά, όχι. Σε περιόδους όπου η οικονομική και κοινωνική αναταραχή -όπως αυτή των τελευταίων ετών στην Ελλάδα – φέρνει ανατροπές παντού, ακόμη και στον πολιτισμό, η εντυπωσιακή καλλιτεχνική έκρηξη που έχει συντελεστεί (κυρίως) στο ανεξάρτητο ελληνικό σινεμά, επέτεινε την ανάγκη μου να εκφραστώ ως σκηνοθέτης. Να έχω καλλιτεχνική ελευθερία ώστε να εμπνέομαι από ρεαλιστικούς χαρακτήρες σε αναγνωρίσιμα περιβάλλοντα, χωρίς να χάνω το κοινωνικό πλαίσιο. Όπως ο πρωταγωνιστής μου στο WILD DUCK, κάποιος ο οποίος φτάνει στο σημείο μηδέν, περικυκλωμένος από εκατοντάδες κεραίες κινητής τηλεφωνίας στις ταράτσες της Αθήνας».

Γιάννης Σακαρίδης

Cast

Δημήτρης: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ

Παναγιώτα: ΘΕΜΙΣ ΜΠΑΖΑΚΑ

Νίκος: ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΥΡΠΑΣΟΠΟΥΛΟΣ

Πέτρος: ΗΛΙΑΣ ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ

Μάνος: ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΑΝΚΟΓΛΟΥ

Βασιλική: ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΤΣΑΠΑΡΕΛΗ

Γιαννάκης: ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΑΜΠΟΥΛΤΖΗΣ

Συντελεστές

Σενάριο –  Σκηνοθεσία: ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΑΚΑΡΙΔΗΣ

Διευθυντής Φωτογραφίας: JAN VOGEL

Σκηνογράφος: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΖΟΥΡΑΡΗ

Μοντέρ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΑΚΑΡΙΔΗΣ

Ηχολήπτης: ΣΠΥΡΟΣ ΑΡΑΒΟΣΙΤΑΣ

Ενδυματολόγος: ΑΛΕΞΙΑ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ

Σύμβουλος Σεναρίου: ΕΥΓΕΝΙΑ ΛΥΡΟΥΔΙΑ

Πρωτότυπη Μουσική: ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Διευθυντής Παραγωγής: ΚΟΣΜΑΣ ΣΠΗΛΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

 

Παραγωγοί: ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΑΚΑΡΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΣ ΦΡΑΓΚΟΣ, ΒΕΝΙΑ ΒΕΡΓΟΥ

Παραγωγή: ATHENS FILMMAKERS’ CO-OPERATIVE

 

Σε συμπαραγωγή με: JAN VOGEL, ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ ΛΟΓΟΘΕΤΗ, ΕΡΤ Α.Ε., ΠΟΛΑ ΜΠΟΥΣΙΟΥ, ΧΡΙΣΤΟ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΓΡΗΓΟΡΗ ΚΑΡΥΔΗ, ΓΙΩΡΓΟ ΠΥΡΠΑΣΟΠΟΥΛΟ, ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ, ΔΗΜΗΤΡΗ ΣΑΚΑΡΙΔΗ

 

Με την υποστήριξη: ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ

Σάββατο 11 Ιουλίου

«Πλατεία Αμερικής» του Γιάννη Σακαρίδη – Cine Alexandros



Το Σάββατο 11 Ιουλίου στις 21:30, το Φεστιβάλ Δράμας παρουσιάζει στο Cine Αλέξανδρος το Amerika Square (Πλατεία Αμερικής) του Γιάννη Σακαρίδη προσφέροντας στο κοινό της πόλης μια ευκαιρία να γνωρίσει το έργο του νέου καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ. Το σενάριο έχει πολιτικές αιχμές στο ύφος που υπηρετεί ο δημιουργός από την πρώτη του ήδη ταινία, το WildDuck, ενώ αξιοποιεί το ανθρωποκεντρικό, το δραματικό και το κωμικό στοιχείο με την ίδια ένταση.

H ταινία υπήρξε η επίσημη πρόταση της Ελλάδας για το όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας το 2017.

Το Amerika Square είναι μια από τις καλύτερες ευρωπαϊκές ταινίες για τις οδυνηρές επιπτώσεις του προσφυγικού.

The Hollywood Reporter               

Σάββατο 11 Ιουλίου

Σύνοψη:

Με φόντο την πολύβουη Πλατεία Αμερικής, τέσσερις άνθρωποι συναντιούνται και η πορεία του ενός καθορίζεται από την πορεία του άλλου. Ο Μπίλι (Γιάννης Στάνκογλου) και ο Νάκος (Μάκης Παπαδημητρίου) είναι φίλοι από παιδιά, όμως έχουν εξελιχθεί σε δύο διαμετρικά αντίθετους χαρακτήρες. Ο Νάκος ζει ακόμα με τους γονείς τουκαι μισεί τους ξένους που έχουν κατακλύσει τη γειτονιά του. Ο Μπίλι, ένας rock n’ roll σαραντάρης με το δικό του μπαρ και ένα παράνομο tattoo studio στο πατάρι, βιώνει μια αναπάντεχη ερωτική ιστορία με την Τερέζα (Ξένια Ντάνια), μια μπλεγμένη στα δίχτυα της μαφίας Αφρικανή τραγουδίστρια. Παράλληλα, ο Τάρεκ (Βασίλης Κουκαλάνι), ένας απελπισμένος πρόσφυγας από τη Συρία απευθύνεται όπου μπορεί για να φύγει από τη χώρα με τη 10χρονη κόρη του. Οι ζωές τους διασταυρώνονται με απρόσμενες συνέπειες.

Η ταινία, μεταξύ πολλών άλλων βραβείων σε όλον τον κόσμο, απέσπασε το Βραβείο FIPRESCI καθώς και Ειδική Μνεία Ερμηνείας για τον Βασίλη Κουκαλάνι στο 57ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

Το 2017 ήταν η επίσημη πρόταση της Ελλάδας για το όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας.

Διάρκεια: 86’

Σκηνοθετικό σημείωμα:

«Χιούμορ, σαρκασμός, έρωτας, μεταναστευτικό, trafficking, οικονομική κρίση, ξενοφοβία. Θάλασσα, έρημοι όρμοι, tattoo studio, τζαζ μπαρ, μια πολυκατοικία με όλες τις φυλές του κόσμου. Η Πλατεία Αμερικής, η “Via Veneto” της Αθήνας το ’50 και το ’60, το αγαπημένο μέρος καλλιτεχνών και κινηματογραφιστών, με δεκάδες σινεμά και θέατρα , τώρα είναι μια από τις πιο πολυπολιτισμικές γειτονιές της πρωτεύουσας και ένα πολύ γνώριμο περιβάλλον για μένα ερχόμενος από το Λονδίνο. Μεσολάβησαν πολλά εκεί όλα αυτά τα χρόνια που ήμουν στην Ελλάδα και ανάπτυσσα την ιδέα της ταινίας. Αφρικανοί, επιδρομές κατά των προσφύγων, και μια πλατεία που πλέον αποτελεί τον πρώτο σταθμό χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών: εκεί όπου χιλιάδες πρόσφυγες περιμένουν έναν τρόπο να φύγουν στη Δ. Ευρώπη.

Κατάγομαι και εγώ από προσφυγική οικογένεια, οι παππούδες μου ήρθαν από την Ανατολική Θράκη. Τα 18 χρόνια που έζησα στο Λονδίνο με κάνανε να έρθω πολύ κοντά σε ανθρώπους που είναι μετανάστες ή πρόσφυγες .

Απέφυγα συνειδητά το μελόδραμα σε θέματα μελοδραματικά από τη φύση τους και προσέγγισα τους “κακούς” με τρυφερότητα, θέλοντας να ανακαλύψω το χιούμορ τους, το σαρκασμό τους, και την “καλή” πλευρά τους…»

Συντελεστές:

Παραγωγός, Σκηνοθέτης: Γιάννης Σακαρίδης.
Σεναριογράφοι: Γιάννης Τσίρμπας, Βαγγέλης Μουρίκης, Γιάννης Σακαρίδης. Η ταινία βασίζεται στη νουβέλα “Η Βικτώρια δεν υπάρχει” του Γιάννη Τσίρμπα (Νεφέλη).
Διανομή ρόλων: Γιάννης Στάνκογλου (Μπίλι), Μάκης Παπαδημητρίου (Νάκος), Βασίλης Κουκαλάνι (Τάρεκ), Θέμις Μπαζάκα (Γεωργία), Ερρίκος Λίτσης (Στάυρος), Αλέξανδρος Λογοθέτης (Μανόλης), Ξένια Ντάνια (Τερέζα), Ρέα Πεδιαδιτάκη (Νάντια), Σουλτάν Αμιρ (Χασάν) , Πέτρος Σαντοβίτο (Αχιλλέας), Αχιλλέας Κυριακίδης (Περικλής).
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Jan Vogel.
Μουσική: Μίνως Μάτσας.
Μοντάζ: Γιάννης Σακαρίδης.
Σκηνογράφος, Ενδυματολόγος: Αλεξία Θεοδωράκη.
Ηχολήπτης: Σπύρος Αραβοσιτάς.
Διεύθυνση Παραγωγής: Κοσμάς Σπηλιωτόπουλος.
Συμπαραγωγοί: ΕΡΤ, Marblemen (UK), Βένια Βέργου, Βασίλης Κωσταντιλιέρης (Arctos) Scripta Manent Tattoo Studio, Athens Filmmakers’ Coop. Με την υποστήριξη του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου.

Γιάννης Σακαρίδης μίλησε στο Flix

Ο νέος Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Φεστιβάλ Δράμας Γιάννης Σακαρίδης μίλησε στο Flix

Αναλαμβάνοντας το Φεστιβάλ πάνω σε μια κομβική στιγμή για τη διοργάνωση, αλλά και για την Ελλάδα και τον κόσμο, ο Γιάννης Σακαρίδης δηλώνει έτοιμος να συνεχίσει και να απογειώσει ένα θεσμό που μπορεί να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στο διεθνές τοπίο.

Έμπειρος κινηματογραφιστής, δημιουργός μπροστά και πίσω από την κάμερα με διεθνείς επιτυχίες, άνθρωπος χαμηλών τόνων αλλά υψηλών απαιτήσεων, ο Γιάννης Σακαρίδης αναλαμβάνει το Φεστιβάλ Δράμας σε μια στιγμή που η ελληνική ταινία μικρού μήκους βρίσκεται στο απόγειό της διεθνώς. Οι προκλήσεις είναι ακόμη περισσότερες, αφού η ανακοίνωση της επιλογής του για τη θέση του Καλλιτεχνικού Διευθυντή συνέπεσε με την πανδημία του Covid-19 και την αβεβαιότητα που προκαλεί για το μέλλον διοργανώσεων όπως το Φεστιβάλ.

Στο Flix, o Γιάννης Σακαρίδης μιλάει για τη σχέση του με το Φεστιβάλ Δράμας, τη δική του οπτική πάνω στις βελτιώσεις που απαιτούνται για τον εκσυγχρονισμό του και τον τον πολύπλευρο ρόλο που καλείται να παίξει στην κινηματογραφική κοινότητα, εντός και εκτός συνόρων, τις πρώτες σκέψεις για τη διεξαγωγή του Φεστιβάλ τον ερχόμενο Σεπτέμβριο αλλά και για τα δικά του κινηματογραφικά σχέδια μετά τις επιτυχίες του «Wild Duck» και του «Amerika Square».

Γιατί πιστεύεις ότι επιλέχθηκες ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Δράμας; Η θετική σου απάντηση ήταν δεδομένη ή χρειάστηκε να «ζυγίσεις» πράγματα και καταστάσεις πριν αποφασίσεις;

Ο ενθουσιασμός και η αγάπη που έδειξαν για το μέλλον του Φεστιβάλ ο Πρόεδρος του Οργανισμού, Γιώργος Δεμερτζής, ο Δήμαρχος Δράμας, Χριστόδουλος Μαμσάκος, η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, Λίνα Μενδώνη με τον Γενικό Γραμματέα Σύγχρονου Πολιτισμού, Νικόλα Γιατρομανωλάκη, πιστεύω θα έπειθαν πολλούς κινηματογραφιστές να αναλάβουν τη θέση. Είναι μεγάλη τιμή και ελπίζω να είμαι αντάξιος των προσδοκιών όλου του χώρου που έτρεξε σύσσωμος να με στηρίξει. Για χρόνια τώρα προτιμώ να δουλεύω σε κάτι που πιστεύω πολύ, με μια ομάδα ανθρώπων γύρω μου που εμπιστεύομαι.

Πόσο καλά γνωρίζεις το Φεστιβάλ; Ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του Φεστιβάλ Δράμας που θεωρείς σωστά, καίρια, ενδιαφέροντα και θα επενδύσεις πάνω τους και ποια είναι εκείνα που, ίσως, σταδιακά θεωρείς ότι πρέπει να εκλείψουν;

Πηγαίνω στο φεστιβάλ από το 1993. Μάλιστα πρόσφατα βρήκα τον κατάλογο από εκείνη τη χρονιά στη βιβλιοθήκη μου. Βασιλικός, Γουδέλης στην πολυμελή κριτική επιτροπή με ταινίες από Νίκο Τριανταφυλλίδη, Λευτέρη Χαρίτο, Φίλιππο Τσίτο, Βασίλη Λουλέ, Δημήτρη Αθανίτη, Γιάννη Κατσάμπουλα κ.ά. Hταν το φεστιβάλ όπου γνώρισα τον Νίκο Τριανταφυλλίδη και όχι μόνο, με τα τηλέφωνά του στο Λονδίνο ακόμη σημειωμένα χειρόγραφα στον κατάλογό μου. Χρόνια φιλίας μετά, συνεργαστήκαμε στο «I Put a Spell on Me». Ήδη από εκείνη την εποχή, το φεστιβάλ είχε αρχές που θα ήθελα να τιμήσω. Το φεστιβάλ, όπως τότε, επί Δερμεντζόγλου και κατόπιν επί Παπαδόπουλου, θα είναι ανοικτό σε όλες τις τάσεις του σινεμά, θα είναι προϊόν συλλογικού οράματος και εργασίας, θα στηρίζεται στην πείρα και εμπειρία κινηματογραφιστών με συμμετοχή σε οργανωτικές και προκριματικές επιτροπές. Επίσης πολύ σημαντική για όλους μας είναι η Εκπαίδευση σε όλα τα ηλικιακά επίπεδα στη διάρκεια της χρονιάς, το Pitching Lab και το Drama Mini Talent Lab τα οποία φέτος θέλουμε να τα ενισχύσουμε on line και σε πλατφόρμα. Θα επανασυνδεθούμε με δημιουργούς που τα τελευταία χρόνια για διάφορους λόγους δεν έρχονταν στη Δράμα και σχεδιάζουμε εκπαιδευτικά προγράμματα με βραβευμένους κινηματογραφιστές, ηθοποιούς, παραγωγούς και τεχνικούς από τα προηγούμενα χρόνια του φεστιβάλ.

Ως σκηνοθέτης και μοντέρ, θεωρείς ότι έχεις τα εργαλεία (ποια είναι αυτά;) για να αντιμετωπίσεις την έντονη διοικητική / δημοτική / κρατική πλευρά του Φεστιβάλ Δράμας;

Η εντύπωση που έχω από την ομάδα του φεστιβάλ και τους φορείς που στηρίζουν τον Πολιτιστικό Οργανισμό με κάνει αισιόδοξο ότι θα επικρατήσει μια μοντέρνα αντίληψη και ευθύτητα στη διαχείριση. Από την άλλη θεωρώ ότι όποιος έχει καταφέρει να κάνει παραγωγή 2 μεγάλου μήκους low budget ταινιών στην Ελλάδα που ταξίδεψαν με επιτυχία στο εξωτερικό, έχει αποδεχθεί τη πραγματικότητα της καθημερινής σχέσης με το Δημόσιο και έχει καταλάβει ότι οι δυνατότητές μας είναι μεγάλες, αρκεί να βλέπουμε το ποτήρι μισογεμάτο και όχι μισοάδειο.»

Το Φεστιβάλ Δράμας είναι εδώ και χρόνια διεθνές, αλλά το ξένο πρόγραμμά του είναι σταθερά πιο παραγνωρισμένο (ενδεχομένως και πιο αδύναμο) από το ελληνικό και σε κάθε περίπτωση δεν αναδεικνύεται όπως θα του αναλογούσε. Πώς σκοπεύεις να το βελτιώσεις αυτό;

Διεθνείς κινηματογραφικοί θεσμοί όπως η Fipresci, η Διεθνής Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου, φαίνεται να μη συμφωνούν με αυτό που λέτε, αφού το report που έγινε πέντε χρόνια πριν για το φεστιβάλ ήταν τόσο θετικό που είχε ως αποτέλεσμα να μη λείπουν από τότε οι επιτροπές της από το φεστιβάλ. Επίσης, η Ευρωπαϊκή Ακαδημία Κινηματογράφου (EFA) δίνει σε 22 φεστιβάλ στον κόσμο τη δυνατότητα να έχουν έναν νικητή απευθείας υποψήφιο για τα βραβεία της. Δύο φορές τα τελευταία χρόνια η επιλογή της Δράμας ήταν αυτή που πήγε στα μεγάλα EFA και έλαβε τη διάκριση Best European Short Film («The Wholly Family» του Τέρι Γκίλιαμ, 2011 και το «Picnic» του Γιούρε Πάβλοβιτς, 2015). Είμαστε πολύ κοντά στο να αποκτήσουμε και Όσκαρ qualification για το νικητή βραβείου, που θα προκαλέσει σίγουρα κι άλλο ενδιαφέρον για το Φεστιβάλ. Εξασφαλίζουμε κατά μέσο όρο 10 Παγκόσμιες Πρεμιέρες και 12 Ευρωπαϊκές Πρεμιέρες το χρόνο και υπάρχουν χώρες που πριμοδοτούν το ταξίδι των σκηνοθετών όταν η ταινία τους έχει επιλεγεί στο διαγωνιστικό της Δράμας, που σημαίνει ότι το θεωρούν Α-List, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το Γαλλικό Κέντρο Κινηματογράφου να δίνει credits για επόμενη χρηματοδότηση σε κινηματογραφιστές που η ταινία τους είχε περάσει από τη Δράμα.

Ο ως τώρα πολύ μεγάλος αριθμός των ταινιών που επιλέγονται για το Εθνικό Διαγωνιστικό Τμήμα έχει συγκεντρώσει (και) έντονα αρνητικά σχόλια. Ποια είναι η θέση σου; Θα αλλάξει κάτι σ’ αυτό;

Το Φεστιβάλ καλούσε μια Κριτική Επιτροπή στο Εθνικό διαγωνιστικό που είχε 60-70 ταινίες. Συμμετείχα κι εγώ σε δύο από αυτές. Λέγαμε λοιπόν μαζί με τους δημοσιογράφους άλλοι έντονα και άλλοι ψιθυριστά ότι είναι πολλές οι ταινίες για ένα πενθήμερο πρόγραμμα. Μετά το Φεστιβάλ μας καλούσε στην Προκριματική Επιτροπή να δούμε τις 250 ταινίες της επόμενης χρονιάς. Και τότε ερχόμασταν αντιμέτωποι με αυτό που «κατηγορούσαμε». Επιλέγαμε 70 ταινίες. Και τον Σεπτέμβριο μας κατηγορούσε η επόμενη επιτροπή για τις πολλές ταινίες… Σίγουρα για μένα το σημαντικό είναι ποιες ταινίες και όχι πόσες ταινίες επιλέγεις. Μια ομάδα συνεργατών ως Προκριματική Επιτροπή αλλά και ένα ξεχωριστό αναβαθμισμένο Σπουδαστικό Εθνικό Διαγωνιστικό θα βοηθούσε την επιλογή των ταινιών χωρίς την αριθμητική πίεση. Σίγουρα το ποιοτικό επίπεδο ανεβαίνει συνέχεια. Η μικρού μήκους στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή είναι στο απόγειό της.

Θα συνεχίσεις το σχέδιο της χρήσης της Καπναποθήκης ως κέντρου του Φεστιβάλ, το οποίο, παρά τις κατά καιρούς «διακηρύξεις», βρίσκεται ακόμα μόνο σε συζητήσεις; Σε σχέση με το πρόβλημα της αίθουσας (Ολύμπια) που προφανώς είναι ακατάλληλη για ένα Φεστιβάλ του μεγέθους της Δράμας, τι ιδέες υπάρχουν;

Η Καπναποθήκη και η αναζήτηση μεγαλύτερης αίθουσας προβολής είναι θέματα που εξαρτώνται από διάφορους παράγοντες πέραν των αρμοδιοτήτων ενός καλλιτεχνικού Διευθυντή. Ο Πρόεδρος του Οργανισμού, ο Δήμαρχος Δράμας και ο Περιφερειάρχης σε άμεση συνεργασία με το ΥΠ.ΠΟ.Α, εξετάζουν όλες τις πιθανότητες προς εξεύρεση λύσης. Όπως αντιλαμβάνομαι με τις εκλογές άλλαξαν πολλοί άνθρωποι σε θέσεις κλειδιά οπότε με τον κατάλληλο συντονισμό πιστεύω ότι θα έχουμε εξελίξεις.

Στο πεδίο της εκπαίδευσης, τι ρόλο θα μπορούσε να παίξει το Φεστιβάλ Δράμας και πώς πιστεύεις ότι αυτό θα μπορούσε να υλοποιηθεί;

Θα δοθεί μεγάλη έμφαση από όλους μας στην εκπαίδευση. H Σχολή Κινηματογράφου στη Δράμα όπως και η μεταστέγαση στην καπναποθήκη Περδίκα, ήταν ένα όνειρο ζωής και μέχρι τέλους επιδίωξη του Αντώνη Παπαδόπουλου. Θα γίνονται μαθήματα σε Σχολεία όλη τη χρονιά, το Pitching Lab θα ενισχυθεί σημαντικά και οι βραβευμένοι κινηματογραφιστές, ηθοποιοί και τεχνικοί του φεστιβάλ θα δώσουν masterclasses, σεμινάρια και θα κάνουν προβολές κατά τη διάρκεια της χρονιάς. Και φυσικά θα συνεχίσουμε τον Διεθνή Μαθητικό Διαγωνισμό Ταινιών Μικρού Μήκους «Cinema…διάβασες;»

Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των τελευταίων χρόνων σε επίπεδο εξωστρέφειας και παρά το «περιεχόμενο» του Φεστιβάλ που είναι απόλυτα νεανικό, σύγχρονο και δυναμικό, το Φεστιβάλ Δράμας δεν μοιάζει να έχει εναρμονιστεί με την έννοια του σημερινού, σύγχρονου Φεστιβάλ που αφορά εξίσου το εξωτερικό, όσο και το εσωτερικό. Ποιες είναι οι σκέψεις σου πάνω σε αυτό το θέμα;

Γινόταν πολλή δουλειά μέσα στο χρόνο από εκλέκτορες και τον Αντώνη Παπαδόπουλο που έβλεπαν περισσότερες από 2000 ταινίες και πρότειναν ταινίες που δεν είναι απλώς οι best of των άλλων φεστιβάλ ή απλώς αυτές που θα κυκλοφορήσουν από τη διανομή. Θέλει σίγουρα ρίσκο, αλλά και ενθάρρυνση από τον εθνικό τύπο. Η συνέχεια θα είναι ανάλογη. Είχα την τύχη να ταξιδέψω σε πολλά φεστιβάλ με τις ταινίες μου και θα συνεργαστώ με συνάδελφους μου που θα ζητήσουμε να βοηθήσουν με την πείρα τους. Πολύ σημαντικό και πρωτοποριακό το πρόγραμμα «Το Φεστιβάλ Δράμας ταξιδεύει» που ξεκίνησε το 1994 με μετακίνηση Μηχανικού και Μηχανής προβολής σε 9 πόλεις τότε, και σήμερα έφτασε τις 90 πόλεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Υπάρχουν χιλιάδες θεατές που αγάπησαν τη μικρού μήκους μέσω του θεσμού αυτού και πλέον πολλά φεστιβάλ στον κόσμο έχουν οικειοποιηθεί το θεσμό. Οι θεατές και οι επαγγελματίες του χώρου που ασχολούνται περισσότερο με το Ελληνικό Διαγωνιστικό ίσως να μη μπορούν να παρακολουθήσουν και το Διεθνές αλλά αυτό δεν σημαίνει πως το διεθνές τμήμα του Φεστιβάλ Δράμας δεν είναι δυνατό. Το καταλαβαίνω αλλά δεν μπορώ να κάνω κάτι γι αυτό.

Γιάννης Σακαρίδης

Γιάννης Σακαρίδης

Η εντύπωση που έχω από την ομάδα του φεστιβάλ και τους φορείς που στηρίζουν τον Πολιτιστικό Οργανισμό με κάνει αισιόδοξο ότι θα επικρατήσει μια μοντέρνα αντίληψη και ευθύτητα στη διαχείριση. Από την άλλη θεωρώ ότι όποιος έχει καταφέρει να κάνει παραγωγή 2 μεγάλου μήκους low budget ταινιών στην Ελλάδα που ταξίδεψαν με επιτυχία στο εξωτερικό, έχει αποδεχθεί τη πραγματικότητα της καθημερινής σχέσης με το Δημόσιο και έχει καταλάβει ότι οι δυνατότητές μας είναι μεγάλες, αρκεί να βλέπουμε το ποτήρι μισογεμάτο και όχι μισοάδειο.

Πότε άρχισε να σ’ ενδιαφέρει προσωπικά το νέο ελληνικό σινεμά και ποια ήταν (πώς μετατράπηκε) η αίσθησή σου γι’ αυτό;

Πρωτάκουσα για τον Αγγελόπουλο πολύ μικρός, όταν ζούσα σε μια κωμόπολη της Βόρειας Ελλάδας, στη Σκύδρα, απ’ όπου περνούσε συχνά για ρεπεράζ και γυρίσματα στην αγαπημένη του Φλώρινα και έξω από την Έδεσσα. Έμελλε να είναι η πρώτη μου επαφή με κάποιον σκηνοθέτη. Μ’ έκανε να αισθανθώ το πάθος του για το σινεμά, την ατέλειωτη αναζήτησή του, αλλά και την κουλτούρα που κουβαλούσε μαζί του. Όταν ζεις στην επαρχία, το να βλέπεις μπροστά σου (σε γυρίσματα στη Φλώρινα) τα ιερά τέρατα του παγκόσμιου σινεμά όπως τον Μαστρογιάνι, τη Ζαν Μορό, τον Τεό και τους συνεργάτες του, είναι μια ανεκτίμητη εμπειρία για όλους. Χρόνια αργότερα στο Λονδίνο, όπου σπούδαζα κινηματογράφο, παρακολούθησα όλες τις ταινίες του Αγγελόπουλου στο Riverside Studios και έκλεισε ένας κύκλος αναζήτησης. Έχω δουλέψει ως μοντέρ με τον Πανουσόπουλο, τον Γραμματικό, τον Τριανταφυλλίδη αλλά και με δεκάδες άλλους από τις νεότερες γενιές. Αγαπώ τις ταινίες πολλών Ελλήνων σκηνοθετών αλλά και πάντα πίστευα στη μεγάλη καταξίωση της γενιάς μου. Θεωρώ το 1998 με τη ταινία του Κωνσταντίνου Γιάνναρη, «Από την Άκρη της Πόλης» και το 2009 με τη «Στρέλλα» του Πάνου Χ. Κούτρα και τον «Κυνόδοντα» του Γιώργου Λάνθιμου σημαντικούς σταθμούς του ελληνικού σινεμά. Είναι ενθαρρυντικό το «diversity», σε θεματολογία και στιλ, η παρουσία τόσο καλών Ελληνίδων σκηνοθετριών, η πληθώρα άριστων ηθοποιών, τεχνικών και η πρόοδος των Ελλήνων παραγωγών.

Παρακολουθείς τις ελληνικές μικρού μήκους ταινίες τα τελευταία χρόνια; Νιώθεις ότι σε ενθουσιάζουν; Βλέπεις κάποιες κοινές παραμέτρους μεταξύ τους;

Τα τελευταία χρόνια είχαμε σημαντικές επιτυχίες από τις μικρού μήκους ταινίες, που ίσως επισκίασαν κάποιες χρονιές τις ελληνικές μεγάλου μήκους σε διεθνή φεστιβάλ, από τους Κεκάτο, Κοτζαμάνη, Ζώη, Κολοβό, Αρτεμις Αναστασιάδου, Λέντζου, Νεοφώτιστο και πολλούς άλλους. Ζούμε ίσως τα καλύτερα χρόνια που θυμάμαι για τις μικρού μήκους σε αναγνωρισιμότητα στο εξωτερικό, σε συμπαραγωγές και διεθνή βραβεία. Η γενιά αυτή βοηθούμενη από την αλματώδη πρόοδο των Ελλήνων παραγωγών έχει μοντέρνα γραφή, άριστη τεχνική και κατασκευή, πλουραλισμό στη θεματολογία, συμμετοχή πολύ καλών ηθοποιών και μια ματιά που βλέπει την υφήλιο και τον υπόλοιπο κόσμο σαν να είναι η αυλή του σπιτιού τους. Chapeau!

Οι διεθνείς επιτυχίες των ταινιών μικρού μήκους (ειδικά τα τελευταία χρόνια) πώς μπορούν να ενισχύσουν το ίδιο το Φεστιβάλ και αντίστοιχα από τη μεριά του Φεστιβάλ να επιστρέψει αυτή η ενίσχυση στους δημιουργούς;

Το φεστιβάλ, όπως ήδη σας ανέφερα, φιλοδοξεί να δημιουργήσει πρόγραμμα με masterclasses, προβολές και on line ταινίες/εργαστήρια με τη συμμετοχή βραβευμένων σκηνοθετών, συντελεστών και ηθοποιών και ήδη δουλεύει προς αυτήν την κατεύθυνση. Το Pitching Lab, το Drama Mini Talent Lab, η ενθάρρυνση των συμπαραγωγών μέσω του Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας αλλά και οι συνεργασίες μας με άλλα φεστιβάλ θα επιστρέψουν αυτή την ενίσχυση στους δημιουργούς.

Πώς κρίνεις την κατάσταση στο ελληνικό σινεμά σήμερα, ακόμη και μετά τη δεκαετία της κρίσης και των διεθνών επιτυχιών, σε επίπεδο χρηματοδότησης, συνθηκών παραγωγής και στήριξης της ελληνικής ταινίας – είσαι αισιόδοξος ή απαισιόδοξος για το μέλλον;

Τα τελευταία χρόνια ήταν πολύ δύσκολα παρά τις διεθνείς επιτυχίες. Όπως διαπιστώσαμε με τον πιο δραματικό τρόπο την ανάγκη για καλύτερο Εθνικό Σύστημα Υγείας, θα δούμε σύντομα την ανάγκη για ενίσχυση του ελληνικού σινεμά από τη Πολιτεία. Δεν γίνεται αλλιώς. Ειδικά με κλειστά τα σινεμά αλλά και τα θέατρα για μήνες και περιορισμούς σε δημόσιους χώρους, ο ρόλος και η συμβολή της Πολιτείας στη σύγχρονη τέχνη έγινε ακόμη πιο σημαντικός. Υπάρχει βέβαια σοβαρότητα και καλύτερη επικοινωνία της πολιτείας με τον κινηματογραφικό χώρο. Ήδη υπάρχουν εξαγγελίες για τις μικρού μήκους, τα ντοκιμαντέρ και το animation. Ελπίζω να επεκταθούν στις μεγάλου μήκους και να ανεβεί, κι εννοώ να πολλαπλασιαστεί, το μπάτζετ για ταινίες από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου.

Είναι ακόμα κάπως πρώιμο, αλλά σκέφτεστε καθόλου τι εναλλακτικές υπάρχουν για το Φεστιβάλ Δράμας, εάν, τυχόν, τον Σεπτέμβριο δεν μπορούμε να μαζευόμαστε σε κλειστές αίθουσες;

Ελπίζουμε πως θα επιστρέψουμε στην κανονικότητα και δουλεύουμε με δεδομένο πως θα είμαστε όλοι εκεί τον Σεπτέμβρη. Παράλληλα όμως σχεδιάζουμε την ανανέωση της ηλεκτρονικής μας σελίδας, μελετάμε σε ποια πλατφόρμα θα μπορούσαμε να δουλεύουμε, θέλουμε να συνεργαστούμε με το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης που έχει κάνει μεγάλα βήματα σε αυτόν το τομέα και μέσω του Short Film Conference όπου ανήκουμε, είμαστε σε επαφή με άλλα φεστιβάλ που γίνονται τους επόμενους 2 μήνες όπως το Vienna Shorts κά. Το αγαπημένο μου Encounters στο Μπρίστολ που αρχίζει την ίδια βδομάδα με μας, ήδη έχει ανακοινώσει ότι το Διεθνές Διαγωνιστικό φέτος θα είναι online.

Γενικά και ανεξάρτητα από το Φεστιβάλ Δράμας, ποια πιστεύεις ότι θα είναι η «επόμενη μέρα» όταν λήξουν τα περιοριστικά μέτρα λόγω της πανδημίας για το σινεμά;

Η ιστορία μας διδάσκει ότι έχουν γραφτεί μεγάλα αριστουργήματα της Λογοτεχνίας όταν η ανθρωπότητα δοκιμάζεται. Οπότε να υποθέσω ότι αντίστοιχα θα γραφτούν και πολύ σημαντικά σενάρια. Όμως, όλη η κινηματογραφική κοινότητα έχει πληγεί οικονομικά. Η διανομή, τα φεστιβάλ, οι παραγωγές έχουν πάει πίσω, πολύς κόσμος έμεινε χωρίς δουλειά και φοβάμαι ότι αυτό το σοκ θα περάσει καιρός για να ξεπεραστεί. Η μικρού μήκους αντέχει και σε αυτή την κρίση, ήδη γίνονται ταινίες σε κλειστούς χώρους που αποτελούν τα πρώτα βήματα για να ξαναβρεθούν πιο γρήγορα οι δημιουργοί, οι ηθοποιοί και οι τεχνικοί στα γυρίσματα.

Η νέα σου θέση θεωρείς ότι θα επηρεάσει τη δημιουργική δουλειά σου; Κοινώς, να περιμένουμε από εσένα ταινία τα προσεχή χρόνια;

Είμαι σε δημιουργική δουλειά από το 1995 και πάντα συνδυάζω τις σκηνοθετικές μου αναζητήσεις δουλεύοντας παράλληλα κοντά σε άλλους σκηνοθέτες στο μοντάζ, στην παραγωγή και τώρα στο Φεστιβάλ. Η επόμενή μου ταινία είναι σε στάδιο ανάπτυξης, την έγραψα με την κινηματοθεραπεύτρια / ψυχολόγο Ντενίζ Νικολάκου, δουλεύοντας με τους ηθοποιούς Θέμιδα Μπαζάκα, Τάσο Νούσια, Sandra Von Ruffin, Γιάννη Στάνκογλου, Βασίλη Κουκαλάνι και Αλέξανδρο Λογοθέτη και έχει τίτλο «A Year Without Summer» («Μια Χρονιά Χωρίς Καλοκαίρι»).

Οι προγραμματισμένες ημερομηνίες διεξαγωγής για το 43ο Εθνικό / 26ο Διεθνές Φεστιβάλ Δράμας είναι 20 έως και 26 Σεπτεμβρίου του 2020.

Από την Πλατεία Αμερικής στη Δράμα

Από την Πλατεία Αμερικής στη Δράμα

Άμεση ήταν η αντίδραση του Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας. Λίγες μέρες μετά τον θάνατο του Αντώνη Παπαδόπουλου, είκοσι χρόνια στο τιμόνι του θεσμού, ανακοινώθηκε ο διάδοχός του, μια επιλογή του Διοικητικού Συμβουλίου που έγινε δεκτή και από την υπουργό Πολιτισμού. Και ήταν έκπληξη: ο επιτυχημένος μοντέρ και σκηνοθέτης Γιάννης Σακαρίδης, που μόλις το 2018 η δεύτερη ταινία του μεγάλου μήκους, «Πλατεία Αμερικής», ήταν η εθνική μας πρόταση για το Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας.

Θα ’λεγε κανείς ότι ο Σακαρίδης, που άλλωστε έλειψε πολλά χρόνια στο εξωτερικό, στην Αγγλία, χώρα των σπουδών του αλλά και μιας σημαντικής καριέρας μοντέρ, θα ήθελε να αφοσιωθεί στο σινεμά. Όχι στη διαχείριση ενός μεγάλου κρατικού φεστιβάλ με ιδιαίτερα ευαίσθητο χαρακτήρα, την προώθηση και ανάδειξη νέων κινηματογραφιστών.

Θα το εγκαταλείψει, άραγε, το σινεμά; «Όχι, βέβαια, άλλωστε το να είσαι ενεργός κινηματογραφιστής στην Ελλάδα σημαίνει ότι κάνεις μία ταινία τα πέντε χρόνια. Πιστεύω ότι θα μπορέσω να συνδυάσω Δράμα και ταινίες. Ίσα-ίσα που νιώθω ότι μπαίνω πολύ πιο μέσα στο σινεμά. Πάντα έκανα κι άλλα πράγματα παράλληλα με τις ταινίες μου, όπως το μοντάζ που, πέραν του ότι έκανα καριέρα, με βοήθησε πολύ και ως σκηνοθέτη».

Δεν του είχε ποτέ περάσει από το μυαλό να γίνει καλλιτεχνικός διευθυντής ενός φεστιβάλ. «Όλες μου οι φιλοδοξίες ήταν γύρω από το σινεμά. Όσο κι αν με συνάρπαζαν τα φεστιβάλ και αγαπούσα τόσο τη Δράμα, που πήγαινα ως θεατής από το 1993, αλλά και τη Θεσσαλονίκη. Μεγάλωσα στη Βόρεια Ελλάδα, είμαι από τη Σκύδρα της Πέλλας, και ξέρω πόσο σημαντικά είναι και τα δύο, ανάσες πολιτισμού για τον τόπο, πέρα από την προσφορά τους στο σινεμά».

Δεν διεκδίκησε τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή της Δράμας. Η πρόταση του ήρθε από τον πρόεδρο του Δ.Σ. Γιώργο Δεμερτζή και τον δήμαρχο Χριστόδουλο Μαμσάκο. Ήταν συνδεδεμένος με φεστιβάλ, είχε συμμετάσχει και βραβευτεί δύο φορές, είχε υπάρξει μέλος της Κριτικής και της Προκριματικής του επιτροπής. Δεν αποδέχτηκε την πρόταση αμέσως, χωρίς συζήτηση. «Τους είπα κάποια πράγματα που έχω στο μυαλό μου και είδα έναν μεγάλο ενθουσιασμό από τη μεριά τους. Διότι πολλά εξαρτώνται από την καλή μας συνεργασία. Είναι αποφασισμένοι να κάνουμε μια πολύ δυναμική αλλαγή και επανεκκίνηση του φεστιβάλ».

Τη χρειάζεται η Δράμα. Όσο κι αν το φεστιβάλ είναι απαραίτητο και κυρίαρχο στην καρδιά των μικρομηκάδων, όσα βήματα και αν έχει κάνει, δεν διαθέτει, ίσως, την εξωστρέφεια και την τόλμη της Θεσσαλονίκης, που εκτινάχτηκε όταν έκοψε εντελώς με κάποιες παλιές δουλείες του χώρου, παραγοντισμούς και σωματεία. Δεν θέλει να σχολιάσει το τελευταίο. «Δεν θα σπάσουμε αυγά κατευθείαν», λέει και γελάει. Τι έχει, λοιπόν, στο μυαλό του: ριζικές αλλαγές ή προσεκτικά βήματα;

«Θα μπούμε δυναμικά, θα κάνουμε αμέσως αλλαγές. Θα δοκιμάσουμε φρέσκες ιδέες και νέα πράγματα κι ας μη δουλέψουν από την πρώτη χρονιά. Ο στόχος του φεστιβάλ μπορεί να είναι σαφής, αλλά από κει και πέρα έχει σημασία πώς παρουσιάζεις το πρόγραμμα, όχι μόνο το ελληνικό, αλλά και το εκπληκτικό Διεθνές». Ένα από τα πρώτα πράγματα που σκέφτεται είναι ο τρόπος επιλογής των ταινιών για το διαγωνιστικό ελληνικό τμήμα. Συχνά ακούγονται κριτικές για ένα υπερφορτωμένο πρόγραμμα.

«Το να μειώσεις τις ταινίες είναι δύσκολο στην πράξη», λέει. «Έχει ανεβεί πολύ το επίπεδο. Ξέρω βέβαια ότι οι Κριτικές Επιτροπές γκρινιάζουν, “πώς είναι δυνατόν τόσο πολλές ταινίες σε λίγες μέρες”. Μετά, όμως, και οι ίδιες κάνουν τα ίδια, όταν την επόμενη χρονιά αναλαμβάνουν την ευθύνη της πρόκρισης, σύμφωνα με το σύστημα που είχε αποφασίσει ο Αντώνης Παπαδόπουλος. Σκέφτομαι να προχωρήσουμε σε μια πιο μόνιμη ομάδα επιλογής ταινιών, ίσως από του χρόνου. Με ανθρώπους που να το ψάχνουν το θέμα. Είναι πολύ σημαντικό το curating του εθνικού τμήματος, επηρεάζει την πορεία της ελληνικού μήκους ταινίας, έχει να κάνει με την ικανότητα να διακρίνεις τις τάσεις της εποχής, να σκεφτείς πού θέλουμε να πάμε, πού πρέπει να ποντάρουμε. Τα ίδια ισχύουν και για το Διεθνές Τμήμα, με τη διαφορά ότι είναι πιο safe οι επιλογές, κανείς δεν αναρωτιέται γιατί κόπηκε ο…. Γιώργος. Από την άλλη βλέπουμε 2-2,5 χιλιάδες ξένες ταινίες κάθε χρόνο, άλλου είδους δυσκολία αυτή, ενώ πάλι θέλουμε να έχουμε άποψη, να κάνουμε προτάσεις, όχι να αρκούμαστε σε ένα best of των ξένων φεστιβάλ».

Μπορεί η Δράμα να ανταγωνιστεί τα ξένα φεστιβάλ; «Φυσικά, τα 3-4 μεγάλου βεληνεκούς, όπως του Κλερμόν Φεράν, σε μικρές πόλεις γίνονται. Το φεστιβάλ έχει ήδη μεγάλο πρεστίζ στο εξωτερικό, μην ξεχνάτε ότι είμαστε μέλος του Short Film Initiative της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου, εξασφαλίζοντας απευθείας υποψηφιότητα στα βραβεία της για την ταινία του διεθνούς διαγωνιστικού. Η προηγούμενη διοίκηση είχε βάλει στόχο να κερδίσει το ίδιο και για τα Όσκαρ, θα το κυνηγήσουμε κι εμείς. Γενικά πάντως θέλω να δώσουμε ώθηση στο Διεθνές Τμήμα, έτσι ώστε τουλάχιστον να είμαστε πρωτοπόροι στα Βαλκάνια».

Με το κοινό τι γίνεται; Έχει φτάσει στα όριά του, δεδομένου ότι οι δύο αίθουσες («Ολύμπια» και Δημοτικό Ωδείο) δεν είναι δα και πελώριες; Και η Καπναποθήκη Περδίκκα έχει πολύ δρόμο μπροστά της μέχρι να μετατραπεί σε ένα Palais της Δράμας. «Το φεστιβάλ είναι βαθιά ριζωμένο στο dna της πόλης και οι αίθουσες είναι γεμάτες. Χρειάζονται, βέβαια, πολλά ακόμα να γίνουν για τη σύσφιγξη των σχέσεών μας με την πόλη, μέχρι να δοκιμαστούμε και σε μεγαλύτερες αίθουσες, όπως το αξίζουμε». Ο Γιάννης Σακαρίδης αναφέρεται σε κάτι που πολύ πιστεύει. «Δράσεις τού φεστιβάλ σε όλη τη διάρκεια της χρονιάς και εκπαιδευτικά προγράμματα σε σχολεία. Ακόμα κι ένα μεταπτυχιακό στο σινεμά που θα μπορούσε να γίνει σε συνεργασία με το Ανοιχτό Πανεπιστήμιο».

Η επόμενη διοργάνωση έχει οριστεί για 20-26 Σεπτεμβρίου. Μήπως οι προετοιμασίες γίνονται ερήμην του κορωνοϊού; Ο Γιάννης Σακαρίδης δεν κρύβει την αγωνία του.

«Υπάρχει θέμα, δεν μπορούμε να το παραβλέψουμε. Όλοι ελπίζουμε, πάντως, ότι τα φεστιβάλ θα ξανανοίξουν, όπως και η καθημερινότητά μας. Προχωράμε κανονικά τη δουλειά μας και, ευτυχώς, οι μικρού μήκους ταινίες αντέχουν, υπάρχει παραγωγή».

Νέος καλλιτεχνικός Διευθυντής του φεστιβάλ Δράμας

Νέος καλλιτεχνικός Διευθυντής του φεστιβάλ Δράμας

Μία νέα εποχή ξεκινά για το Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας, καθώς ο βραβευμένος σκηνοθέτης Γιάννης Σακαρίδης παίρνει το τιμόνι, μετά τον πρόωρο χαμό του επί σειρά ετών καλλιτεχνικού διευθυντή Αντώνη Παπαδόπουλου, στον οποίο πιστώνεται η διεθνής ακτινοβολία του θεσμού.

Το Διοικητικό Συμβούλιο του Φεστιβάλ Δράμας, χθες 15-04-20, στην 6η συνεδρίαση του, ενέκρινε τη πρόσληψη του νέου Καλλιτεχνικού Διευθυντή του Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας κ. Γιάννη Σακαρίδη.

Με σεβασμό στη μνήμη του Αντώνη Παπαδόπουλου και τη σπουδαιότητα του θεσμού του Φεστιβάλ Δράμας, ο Δήμαρχος Δράμας κ. Χριστόδουλος Μαμσάκος και ο Πρόεδρος του Φεστιβάλ κ. Γιώργος Δεμερτζής, με τη σύμφωνη γνώμη της Υπουργού Πολιτισμού κυρίας Λίνας Μενδώνη ανακοινώνουν την επιλογή του Γιάννη Σακαρίδη. Η ταλαντούχα προσωπικότητα του, η βραβευμένη καλλιτεχνική του πορεία, η ωριμότητα αλλά και η αποφασιστικότητα του, σε συνδυασμό με την αγάπη του για την ταινία μικρού μήκους και το Φεστιβάλ της Δράμας, ήταν τα κριτήρια επιλογής του.

Γνήσιο τέκνο του Φεστιβάλ Δράμας, ο Γιάννης Σακαρίδης, επιτυχημένος μοντέρ στην Αγγλία, έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο στη Δράμα, όπου και βραβεύτηκε για τη μικρού μήκους ταινία του Αλήθεια (2006). Μερικά χρόνια αργότερα, το 2014-15 και το 2017-18, συμμετείχε στην κριτική και προκριματική επιτροπή του Εθνικού Διαγωνιστικού Προγράμματος.

Ας σημειωθεί πως ο σκηνοθέτης έχει στο ενεργητικό του δύο ταινίες μεγάλου μήκους (Wild Duck, Πλατεία Αμερικής), ενώ το έργο του γενικά χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερη ευαισθησία απέναντι σε φλέγοντα κοινωνικά ζητήματα.

Η Πλατεία Αμερικής υπήρξε η επίσημη πρόταση της Ελλάδας για το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας (2018).

Ο πρόεδρος του Οργανισμού Γιώργος Δεμερτζής δήλωσε: «Εύχομαι από καρδιάς στον νέο Καλλιτεχνικό Διευθυντή του Φεστιβάλ Δράμας κ.Γιάννη Σακαρίδη, σιδερένιος, υγεία σ’αυτόν και την οικογένεια του, καλή δύναμη και κάθε επιτυχία στο δύσκολο έργο του. Ο Δήμαρχος Δράμας, το Δ.Σ και το προσωπικό του Φεστιβάλ, θα είμαστε πάντα δίπλα του αρωγοί και συνοδοιπόροι προκειμένου να σχεδιάσουμε και να στοχεύσουμε σε μια νέα λαμπρή εποχή της ταινίας μικρού μήκους στη χώρα μας αλλά και διεθνώς. Συγχαρητήρια Γιάννη!».

«Το Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Δράμας καθόρισε με τον καλύτερο τρόπο τη καλλιτεχνική μου πορεία, και τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να αξιοποιήσουμε με ευθύνη ό,τι καλό έχει προηγηθεί, σε κάτι δημιουργικό», δήλωσε με τη σειρά του ο Γιάννης Σακαρίδης.

Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΑΚΑΡΙΔΗΣ

Ο Γιάννης Σακαρίδης σπούδασε Φωτογραφία και Ιστορία Τέχνης στο London College of Printing και Σκηνοθεσία στο University of Westminster. Ήταν μέλος της London Film Makers Co-Op για αρκετά χρόνια, όπου άρχισε να σκηνοθετεί μικρού μήκους ταινίες, όπως BUSKERS (1995), SQUADDING IN HACKNEY (1995), DOGKILLERS (1996), MAUSOLEUM (2004), και κάποιες experimental, όπως PARIS (1993), DECAY (1996).

Συνέχισε να εργάζεται ως επαγγελματίας μοντέρ σε μεγάλου μήκους ταινίες στην Ελλάδα και την Αγγλία, όπως SCREAMIN’ JAY HAWKINS: I PUT A SPELL ON ME του Νίκου Τριανταφυλλίδη (2001), O ΒΑΣΙΛΙΑΣ του Νίκου Γραμματικού (2002), A WOMAN IN WINTER του Ρίτσαρντ Τζόμπσον (2006), σε κινηματογραφικά trailer για την Warner Bros, όπως MIDNIGHT IN THE GARDEN OF GOOD & EVIL του Κλιντ Ίστγουντ (1997), THE GENERAL του Τζον Μπούρμαν (1998), EYES WIDE SHUT του Στάνλεϋ Κιούμπρικ (1999), καθώς και σε πολυάριθμα ντοκιμαντέρ για την βρετανική τηλεόραση, όπως VELVET GOLDMINE για το Channel 4, CLASH OF THE TITANS: RANGERS/CELTICS για το BBC2, CARNIVAL FACES για National Geographic

Ύστερα από δεκαοκτώ χρόνια στο Λονδίνο, έγραψε και σκηνοθέτησε την μικρού μήκους ταινία ΑΛΗΘΕΙΑ (2006) , την πρώτη που γύρισε στην Αθήνα, όπου και μένει μόνιμα από το 2007. Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του ως σκηνοθέτης WILD DUCK (2013) με πρωταγωνιστές τη Θέμιδα Μπαζάκα και τον Αλέξανδρο Λογοθέτη, έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο φεστιβάλ του Τορόντο και ταξίδεψε σε πολλά φεστιβάλ του κόσμου.

Η δεύτερη ταινία του ως σεναριογράφος/παραγωγός/σκηνοθέτης ΠΛΑΤΕΙΑ ΑΜΕΡΙΚΗΣ – AMERIKA SQUARE (2016) με πρωταγωνιστές τους Γιάννη Στάνκογλου, Μάκη Παπαδημητρίου, Θέμιδα Μπαζάκα και Βασίλη Κουκαλάνι σε συμπαραγωγή της ΕΡΤ και του ΕΚΚ, βραβεύτηκε σε πολλά διεθνή φεστιβάλ και ήταν η επίσημη συμμετοχή της Ελλάδας για τα Όσκαρ (2018). Η ταινία είχε διανομή στην Αμερική, Κίνα, Ισπανία, Ανατολική Ευρώπη (HBO), Αγγλία, Τουρκία, Ελλάδα και Κύπρο.

The Hollywood Reporter έγραψε για τη ταινία: “Το Amerika Square είναι μια από τις καλύτερες ευρωπαϊκές ταινίες για τις οδυνηρές επιπτώσεις του προσφυγικού.

Στο Φεστιβάλ Μικρού Μήκους της Δράμας έχει διαγωνιστεί και βραβευτεί με δύο ταινίες Μυθοπλασίας: Μαυσωλείο (1998), Αλήθεια (2006, Ειδικό βραβείο Μυθοπλασίας, Τιμητική Διάκριση Μουσικής) ενώ έχει συμμετάσχει δύο φορές στις προκριματικές και κριτικές επιτροπές του Ελληνικού Διαγωνιστικού του φεστιβάλ, όπως και σε Γνωμαδοτική Επιτροπή του ΕΚΚ για μικρού Μήκους.

Φιλμογραφία (ως σκηνοθέτης):

Amerika Square (2016) Σενάριο-Σκηνοθεσία-Παραγωγή

Βραβείο Κοινού στο 7o Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Πεκίνου. Erasmus Youth Jury Award, Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Τεργέστης. Βραβείο Καλύτερης Ταινίας στο Los Angeles Greek Film Festival. Βραβείο Καλύτερου Μοντάζ της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Βραβείο Καλύτερης Ταινίας Open Frontiers Contest. Βραβείο FIPRESCI (Διεθνής Ομοσπονδία Κριτικών Κινηματογράφου), 57ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Ειδική Μνεία Ερμηνείας στον Βασίλη Κουκαλάνι, 57ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης Ειδικό Βραβείο Επιτροπής, Βραβεία Νεότητας, 57ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Βραβείο Κοινού στο 3o Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Burgas. New Directors Competition, 52ο Chicago Film Festival. Διαγωνιστικό τμήμα Flash Forward, 21ο Busan International Film Festival.

Wild Duck (2013) Σενάριο-Σκηνοθεσία-Παραγωγή. Toronto International Film Festival (TIFF 2013), Raindance Film Festival, Busan Film Festival (Flash Forwrd), Chicago Film Festival, New Directors Competition, Mostra – Sao Paulo, In Competition, Thessaloniki IFF, In Competition, International Film Festival of India, Goa Αλήθεια (2006, μικρού μήκους) Σενάριο-Σκηνοθεσία. 47ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (Ειδική Μνεία στα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας), Raindance Film Festival (Tiscali Best Shorts Selection), 29ο Φεστιβάλ Ελληνικών Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας (Ειδικό βραβείο της Επιτροπής και βραβείο καλύτερης Μουσικής).

Mausoleum (2004, μικρού μήκους) Raindance Film Festival, Drama International Film Festival, Orange Best Shorts.

Dogkillers (1996, μικρού μήκους), Decay (1996, μικρού μήκους), Buskers (1995, μικρού μήκους), A poem for 4 countries (1995, μικρού μήκους), Squadding in Hackney (1995, μικρού μήκους/ντοκ.), La Valeta (1994, μικρού μήκους), Paris (1993, μικρού μήκους).