Ο Αργύρης Παπαδημητρόπουλος είναι ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής του Ελληνικού διαγωνιστικού προγράμματος του 43ου Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας.
Γνωστός στο ευρύ κοινό από τις μεγάλου μήκους ταινίες του Suntan, Wasted Youth και Bank Bang και την τολμηρή, νεανική και ανανεωτική του ματιά, έχει βραβευτεί για την δουλειά του στον Ελληνικό κινηματογράφο ενώ δραστηριοποιείται και ως παραγωγός. Στο παρελθόν έχει διαγωνιστεί στο Φεστιβάλ Δράμας όπου και επιστρέφει μετά από πολλά χρόνια από ένα διαφορετικό πόστο, μεγάλης ευθύνης.
Το Φεστιβάλ και ο καλλιτεχνικός του Διευθυντής Γιάννης Σακαρίδης ανυπομονούν να τον υποδεχτούν στη Δράμα θεωρώντας πως η «φρέσκια» οπτική του θα ωφελήσει τους νέους σκηνοθέτες.
Ο ίδιος σχολιάζει: «Όταν ακόμα φανταζόμουν ότι μια μέρα θα έκανα ταινίες, το Φεστιβάλ της Δράμας έμοιαζε ένα άπιαστο όνειρο. Αυτό θα μας έδινε φόρα και θα τολμάγαμε να ονειρευτούμε μεγαλύτερα φεστιβάλ. Το επισκέφθηκα ως φοιτητής για να δω τι συνέβαινε στον κόσμο, κι αργότερα ως διαγωνιζόμενος σκηνοθέτης (δύο φορές), ως παραγωγός ή ως κινηματογραφιστής που κάνει τη βόλτα του για να δει τις ταινίες των φίλων του μερικές φορές ακόμα. Μετά άρχισαν τα μεγαλύτερα ταξίδια με τις μεγάλου μήκους μου σε πιο μακρινά φεστιβάλ, και για πάνω από δέκα χρόνια δεν μπήκα στο τρένο για τη Δράμα. Φέτος επιστρέφω για να θαυμάσω τις ταινίες των νέων σκηνοθετών που σύντομα θα ταξιδέψουν σε όλο τον κόσμο, και επιστρέφω ως Πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής, με πολύ καλή παρέα. Εύχομαι Καλή Επιτυχία σε όλους τους νέους δημιουργούς και στη νέα διοίκηση του Φεστιβάλ».
Ο Αργύρης Παπαδημητρόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε στην Μ.Βρετανία. Οι δύο πρώτες μικρού μήκους ταινίες που σκηνοθέτησε, το Εκκρεμές (2003) και το Tender (2004), προβλήθηκαν και βραβεύτηκαν σε πολυάριθμα φεστιβάλ.
Η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, το Bank Bang (2009), έγινε μεγάλη εμπορική επιτυχία στην Ελλάδα (500.000 εισιτήρια), έλαβε πολλές θετικές κριτικές ενώ απέσπασε το βραβείο Καλύτερου Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου.
Η επόμενη ταινία του, το Wasted Youth (2011), άνοιξε το 40ο φεστιβάλ του Ρότερνταμ και ταξιδέψε σε 40 φεστιβάλ σε όλον τον κόσμο (όπως του Τορόντο και του Κάρλοβι Βάρι).
Η τελευταία του ταινία, το Suntan (2016), που επίσης έκανε την πρεμιέρα της στο Ρότερνταμ, έλαβε πλήθος βραβείων διεθνώς (όπως το βραβείο καλύτερης ταινίας στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου) ενώ υπήρξε υποψήφια για το βραβείο Lux του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Στο ενεργητικό του έχει περισσότερα από 300 διαφημιστικά, ενώ έχει σκηνοθετήσει κοινωνικές καμπάνιες για την Διεθνή Αμνηστία, την Action Aid και άλλους φορείς. Έχει κάνει την παραγωγή σε σημαντικές ταινίες του νέου ελληνικού σινεμά όπως Το αγόρι τρώει το φαγητό του πουλιού και Στο Σπίτι. Σήμερα, ο σκηνοθέτης, βρίσκεται στην φάση του post production της νέας, πρώτης αγγλόφωνης, ταινίας του με τίτλο Monday, ένα ρομαντικό δράμα σε παραγωγή Faliro House (Ελλάδα), Automatik Entertainment (ΗΠΑ) and DJ Films (Ηνωμένο Βασίλειο). www.argyris.film
Στο πλαίσιο των προφεστιβαλικών του εκδηλώσεων, το Φεστιβάλ Δράμας θα παρουσιάσει την ταινία Suntan του Αργύρη Παπαδημητρόπουλου, το Σάββατο 22 Αυγούστου στον Θερινό Κινηματογράφο “Αλέξανδρος”, στη Δράμα.
Όπως δήλωσε ο ίδιος στο Flix:
«Την πρόταση μού την έκανε one of my peers, όπως λέμε και στο χωριό μου, ο Γιάννης Σακαρίδης, με τον οποίο έχουμε συνεργαστεί, έχουμε ξενυχτήσει κι έχουμε ονειρευτεί, κι αυτό έκανε την πρόσκληση ακόμα πιο τιμητική,»
«Η χαρά μου είναι μεγάλη και ανυπομονώ να επιστρέψω εκεί όπου όλοι κάναμε τα πρώτα μας βήματα. Περιμένω να δω ταινίες που θα με εμπνεύσουν, θα με σοκάρουν, θα με συγκινήσουν, ταινίες που θα με κάνουν να ζηλέψω για το ότι δεν είμαι πια μικρομηκάς. Δεν νιώθω ότι θα κρίνουμε ταινίες. Νιώθω ότι θα απολαύσουμε ταινίες και μετά θα τις συζητήσουμε σαν να παίζουμε ένα δημιουργικό παιχνίδι. Αυτό που θέλω, και που θα ζητήσω κι από τα υπόλοιπα μέλη, είναι να είμαστε ανοιχτοί στο να πάθουμε πλάκα με κάτι, να παθιαστούμε και ας μην είναι “άρτιο” με την ακαδημαϊκή έννοια ή σε τεχνικό επίπεδο. Να δούμε κάποια ταινία που οι δημιουργοί τόλμησαν, που πήραν ρίσκα, που στην πραγματικότητα όταν την έφτιαχναν ένιωθαν ότι πρέπει να γίνει γιατί δεν μπορεί να μην γίνει, χωρίς να ελπίζουν σε βραβεία και τιμές.»